Η Σημασία στη Μεγάλη Διαμάχη

Οι προφητείες Δαν. ζ΄ και η΄ φανερώνουν τις ευρύτερες προοπτικές της τελικής έκβασης της μεγάλης διαμάχης μεταξύ Θεού και Σατανά.

Η Δικαίωση του Χαρακτήρα του Θεού. Μέσα από τις ενέργειες του μικρού κέρατος ο Σατανάς προσπάθησε να αμφισβητήσει την κυριαρχία του Θεού. Οι πράξεις αυτής της εξουσίας κατηγόρησαν και πρόσβαλαν το ουράνιο αγιαστήριο, το κέντρο της διακυβέρνησης του Θεού. Τα οράματα του Δανιήλ δείχνουν την προ της Δευτέρας Παρουσίας κρίση, στην οποία ο Θεός θα εκφέρει την απόφαση της καταδίκης στο μικρό κέρας, και έτσι επάνω στο Σατανά τον ίδιο. Υπό το φως του Γολγοθά όλες οι προκλήσεις του Σατανά θα ανατραπούν. Όλοι θα κατανοήσουν και θα παραδεχθούν ότι ο Θεός έχει δίκαιο, ότι δεν ευθύνεται για το πρόβλημα της αμαρτίας. Ο χαρακτήρας Του θα αναδυθεί απρόσβλητος και η κυβέρνησή Του θα επαναβεβαιωθεί.

Η Δικαίωση του Λαού του Θεού. Ενώ η κρίση επιφέρει καταδίκη στην αποστάτιδα εξουσία του μικρού κέρατος, «εδό­θη η κρίσις εις τους αγίους του Υψίστου» (Δαν. ζ΄22). Πράγ­ματι, αυτή η κρίση όχι μόνο δικαιώνει το Θεό ενώπιον του σύμπαντος, αλλά επίσης και το λαό Του. Αν και οι άγιοι καταφρονήθηκαν και καταδιώχθηκαν για την πίστη τους στο Χριστό στο διάβα των αιώνων, αυτή η κρίση τακτοποιεί όλα. Ο λαός του Θεού τότε θα κατανοήσει την υπόσχεση του Χριστού: «Πας λοιπόν όστις με ομολογήσει έμπροσθεν των ανθρώπων, θέλω ομολογήσει και εγώ αυτόν έμπροσθεν του Πατρός μου του εν τοις ουρανοίς» (Ματθ. ι΄32, Λουκά ιβ΄8,9, Αποκ. γ΄5).

Η Κρίση και η Σωτηρία. Η διερευνητική κρίση θέτει σε κίνδυνο τη σωτηρία εκείνων οι οποίοι πιστεύουν στον Ιησού Χριστό; Καθόλου. Οι γνήσιοι πιστοί ζουν ενωμένοι με το Χριστό, εμπιστευόμενοι σε Αυτόν ως Μεσίτη τους (Ρωμ. η΄34). Η βεβαιότητά τους βρίσκεται στην υπόσχεση «έχομεν παράκλητον προς τον Πατέρα τον Ιησούν Χριστόν τον Δίκαιον» (ΑΊωάν. β΄1).

Προς τι λοιπόν η διερευνητική κρίση πριν από τη Δευτέρα Παρουσία; Αυτή η κρίση δεν είναι προς χάρη της Θεότητας. Είναι κατά πρώτον προς χάρη του σύμπαντος, απαντώντας στις κατηγορίες του Σατανά και δίνοντας βεβαίωση στην αναμάρτητη δημιουργία ότι ο Θεός θα επιτρέψει στη βασιλεία Του μόνο εκείνους οι οποίοι πραγματικά μετανόησαν. Έτσι, ο Θεός ανοίγει τα κατάστιχα για αμερόληπτο έλεγχο (Δαν. θ΄9,10).

Οι άνθρωποι ανήκουν σε μια από τις τρεις τάξεις:

1) οι ασεβείς οι οποίοι απέρριψαν την εξουσία του Θεού,

2) οι γνήσιοι πιστοί, οι οποίοι εμπιστευόμενοι στις αξίες του Χριστού διαμέσου της πίστης, ζουν υπακούοντας στο νόμο του Θεού,

3) εκείνοι οι οποίοι φαίνονται να είναι πιστοί αλλά δεν είναι.

Οι αναμάρτητες υπάρξεις εύκολα μπορούν να διακρίνουν την πρώτη τάξη. Αλλά ποιος είναι γνήσιος πιστός και ποιος δεν είναι; Και οι δύο ομάδες γράφηκαν στο βιβλίο της ζωής, το οποίο περιέχει τα ονόματα όλων οι οποίοι κάποτε εισήλθαν στην υπηρεσία Του (Λουκά ι΄20, Φιλιπ. δ΄3, Δαν. ιβ΄1, Αποκ. κα΄27). Η ίδια η εκκλησία έχει γνήσιους και κίβδηλους πιστούς, σιτάρι και ζιζάνια (Ματθ. ιγ΄28-30).

Οι αναμάρτητες υπάρξεις του Θεού δεν είναι παντογνώστες. Δεν μπορούν να διαβάσουν την καρδιά. Έτσι, χρειάζεται μια κρίση πριν από τη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, για να κοσκινισθεί το αληθινό από το ψεύτικο και να αποδειχθεί στο ενδιαφερόμενο σύμπαν η δικαιοσύνη του Θεού να σώσει τον ειλικρινή πιστό. Το θέμα είναι μεταξύ του Θεού και του σύμπαντος, και όχι μεταξύ του Θεού και του αληθινού τέκνου Του. Αυτό είναι που απαιτεί το άνοιγμα των κατάστιχων, την αποκάλυψη εκείνων οι οποίοι ομολογούσαν πίστη και των οποίων τα ονόματα εισήλθαν στο βιβλίο της ζωής.

Ο Χριστός περιέγραψε αυτή την κρίση στην παραβολή των καλεσμένων στο γάμο, οι οποίοι ανταποκρίθηκαν στη γενναιόδωρη πρόσκληση του ευαγγελίου. Επειδή όσοι αποφασίζουν να γίνουν Χριστιανοί δεν είναι και ειλικρινείς μαθητές, ο βασιλιάς έρχεται να ελέγξει τους καλεσμένους και να δει ποιος έχει ένδυμα γάμου. Η φορεσιά του γάμου στην παραβολή απεικονίζει τον άσπιλο χαρακτήρα τον οποίον θα κατέχουν οι πραγματικοί οπαδοί του Χριστού. Στην εκκλησία «εδόθη να ενδυθή βύσσσινον καθαρόν και λαμπρόν» χωρίς «κηλίδα ή ρυτίδα, ή τι των τοιούτων». Η Αγία Γραφή λέει ότι το βύσσινο «είναι τα δικαιώματα των αγίων» (Αποκ. ιθ΄8, Εφεσ. ε΄27). Η δικαιοσύνη του Χριστού και ο άμωμος χαρακτήρας Του είναι που προσδιδόταν μέσα από την πίστη σε όλους όσοι Τον δέχονται ως προσωπικό Σωτήρα.

Όταν ο βασιλιάς ελέγχει τους καλεσμένους, μόνο όσοι φόρεσαν το ένδυμα της δικαιοσύνης του Χριστού που τόσο γενναιόδωρα προσφέρθηκε στην ευαγγελική πρόσκλη­ση, γίνονται δεκτοί ως γνήσιοι πιστοί. Εκείνοι που ομολογούν ότι είναι οπαδοί του Χριστού αλλά οι οποίοι ζουν στην ανυπακοή και δεν καλύπτονται από τη δικαιοσύνη Του, θα διαγραφούν από το βιβλίο της ζωής (΄Εξ. λβ΄33).

Η ιδέα μιας διερευνητικής κρίσης εκείνων που ομολογούν πίστη στο Χριστό, δεν αντιφάσκει στη διδασκαλία της σωτηρίας με την πίστη διαμέσου της χάρης. Ο Απόστολος Παύλος γνώριζε ότι κάποια μέρα θα έρθει αντιμέτωπος με την κρίση. Γι’ αυτό εκφράζει την επιθυμία: «Να ευρεθώ εν αυτώ, μη έχων ιδικήν μου δικαιοσύνην την εκ του νόμου, αλλά την διά πίστεως του Χριστού, την δικαιοσύνην την εκ Θεού διά της πίστεως» (Φιλιπ. γ΄9). Όσοι ενώνονται με το Χριστό, εξασφαλίζουν τη σωτηρία. Στην προ της Δευτέρας Παρουσίας φάση της τελικής κρίσης, οι γνήσιοι πιστοί, εκείνοι που έχουν μια σωτήρια σχέση με το Χριστό, είναι αναγνωρισμένοι ενώπιον του αναμάρτητου σύμπαντος.

Οπωσδήποτε ο Χριστός δεν μπορεί να εξασφαλίσει τη σωτηρία για εκείνους οι οποίοι μόνο ομολογούν ότι είναι Χριστιανοί με κριτήριο πόσες καλές πράξεις έχουν κάνει (Ματθ. ζ΄21-23). Γι’ αυτό, τα ουράνια κατάστιχα είναι περισσότερο από ένα απλό εργαλείο για να ξεχωρίζει το γνήσιο από το κίβδηλο. Είναι επίσης το θεμέλιο που επιβεβαιώνει τους γνήσιους πιστούς ενώπιον των αγγέλων.

Η διδασκαλία του αγιαστηρίου δε στερεί τον πιστό από τη βεβαιότητά του στο Χριστό, αντίθετα τη στηρίζει. Απεικονίζει και διασαφηνίζει το σχέδιο της σωτηρίας. Η με­τανοούσα καρδιά του χαίρεται να δράξει την πραγματικότητα του θανάτου του Χριστού για τις αμαρτίες του, όπως προ­εικονιζόταν στις θυσίες. Επιπροσθέτως, η πίστη του υψώνεται για να βρει το νόημά της σε ένα ζώντα Χριστό, τον ιερατικό του Συνήγορο στην ίδια την παρουσία του αγίου Θεού.

Ένας Καιρός Ετοιμασίας. Η πρόθεση του Θεού είναι αυτά τα καλά νέα της τελικής διακονίας του Χριστού για τη σωτηρία να πάνε σε όλον τον κόσμο πριν από την επιστροφή του Χριστού. Το κέντρο αυτού του μηνύματος είναι το αιώνιο ευαγγέλιο που πρέπει να κηρυχθεί με την έννοια του κατεπείγοντος, «διότι ήλθεν η ώρα της κρίσεως αυτού [του Θεού]» (Αποκ. ιδ΄7). Αυτή η κλήση ειδοποιεί τον κόσμο ότι η κρίση του Θεού λαμβάνει χώρα τώρα.

Σήμερα ζούμε στη μεγάλη αντιτυπική Ημέρα του Εξιλασμού. Καθώς οι Ισραηλίτες καλούντο να ταπεινώσουν τις ψυχές τους εκείνη την ημέρα (Λευιτ. κγ΄27), έτσι ο Θεός καλεί όλο το λαό Του να έχει την εμπειρία της ολόκαρδης μετάνοιας. Όσοι επιθυμούν να μείνουν τα ονόματά τους στο βιβλίο της ζωής, πρέπει να τακτοποιηθούν με το Θεό και τους συνανθρώπους τους στο διάστημα αυτό της κρίσης του Θεού (Αποκ. ιδ΄7).

Το αρχιερατικό έργο του Χριστού φθάνει στην ολοκλήρωσή του. Τα χρόνια της ανθρώπινης δοκιμασίας γλιστρούν. Κανείς δεν ξέρει ακριβώς πότε η φωνή του Θεού θα δηλώσει «τετέλεσται». Ο Χριστός είπε: «Προσέχετε, αγρυπνείτε και προσεύχεσθε, διότι δεν εξεύρετε πότε έρχεται ο καιρός» (Μάρκ. ιγ΄33).

Αν και ζούμε στη φοβερή εποχή της αντιτυπικής Ημέρας του Εξιλασμού, δε χρειάζεται να φοβόμαστε. Ο Ιησούς Χριστός, με τη διπλή ιδιότητά Του της θυσίας και του ιερέα, διακονεί στο ουράνιο αγιαστήριο για μας. «Έχοντες λοιπόν αρχιερέα μέγαν, όστις διήλθε τους ουρανούς, Ιησούν τον Υιόν του Θεού, ας κρατώμεν την ομολογίαν. Διότι δεν έχομεν αρχιερέα μη δυνάμενον να συμπαθήση εις τας ασθενείας ημών, αλλά πειρασθέντα κατά πάντα καθ’ ομοιότητα ημών, χωρίς αμαρτίας. Ας πλησιάζωμεν λοιπόν μετά παρρησίας εις τον θρόνον της χάριτος, διά να λάβωμεν έλεος και να εύρωμεν χάριν προς βοήθειαν εν καιρώ χρείας» (Εβρ. δ΄14-16).