Είμαστε διαχειριστές του Θεού ο οποίος μας εμπιστεύθηκε χρόνο και ευκαιρίες, ικανότητες και υπάρχοντα, τις ευλογίες της γης και τους πόρους της. Είμαστε υπεύθυνοι απέναντί Του για την ορθή χρήση. Αναγνωρίζουμε την ιδιοκτησία του Θεού με την πιστή υπηρεσία σε Αυτόν και στους συνανθρώπους μας επιστρέφοντας τα δέκατα και δίνοντας προσφορές για το κήρυγμα του ευαγγελίου Του και για τη στήριξη και ανάπτυξη της εκκλησίας Του. Η διαχείρηση είναι ένα προνόμιο που μας δόθηκε από το Θεό για να καλλιεργήσουμε την αγάπη και να νικήσουμε την ιδιοτέλεια και την επιθυμία. Ο διαχειριστής χαίρεται για τις ευλογίες που πηγαίνουν στους άλλους σαν αποτέλεσμα της δικής του πιστότητας.
Περισσότερο από κάθε τι άλλο το να ζούμε χριστιανική ζωή σημαίνει να παραδοθούμε – παράδοση του εαυτού μας και αποδοχή του Χριστού. Καθώς βλέπουμε πώς ο Ιησούς παραδόθηκε και έδωσε τον εαυτό Του για μας, αναφωνούμε: «Τι μπορώ να κάνω για Σένα;»
Τότε ακριβώς, καθώς σκεπτόμαστε ότι κάναμε μια πλήρη παραχώρηση, μια πλήρη παράδοση, κάτι συμβαίνει που αποδεικνύει πόσο επιφανειακή ήταν η παραχώρηση μας. Καθώς ανακαλύπτουμε νέες περιοχές της ζωής μας για να τις εναποθέσουμε στα χέρια του Θεού, αυξάνεται η παραχώρησή μας. Τότε, πολύ απαλά, Αυτός στρέφει την προσοχή μας σε μια άλλη περιοχή, όπου το εγώ χρειάζεται να παραδοθεί. Και έτσι η ζωή μας διέρχεται μια σειρά νέων καθιερώσεων, που όλο και βαθαίνει στο εγώ μας, στον τρόπο ζωής, στον τρόπο που δρούμε και αντιδρούμε.
Όταν δίνουμε στο Θεό ό,τι έχουμε και είμαστε, στον οποίον ανήκουν τα πάντα (Α΄Κορ. γ΄21 – δ΄2), Αυτός τα δέχεται, αλλά αμέσως μας τα αναθέτει κάνοντάς μας διαχειριστές ή επιστάτες των όσων κατέχουμε. Τότε η τάση μας να ζούμε με άνεση, με μια εγωιστική διαβίωση θραύεται καθώς συνειδητοποιούμε ότι ο Κύριός μας είναι γυμνός, φυλακισμένος, ξένος. Και η μόνιμη εντολή Του «πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη» καθιστά τις δραστηριότητες της εκκλησίας – συμμετοχή, διδασκαλία, κήρυγμα, βάπτιση – πιο πολύτιμες σε μας. Για χάρη Του επιδιώκουμε να είμαστε πιστοί διαχειριστές.