Το Προφητικό Χάρισμα στη Βιβλική Εποχή

Αν και η αμαρτία έθεσε τέλος στην επικοινωνία μεταξύ Θεού και ανθρώπων (Ησ. νθ΄2), ο Θεός δεν έθεσε τέλος στην οικειότητά Του με την ανθρωπότητα. Αντίθετα, δημιούργησε άλλες μεθόδους επικοινωνίας. Άρχισε να στέλνει τα μηνύματά Του για ενθάρρυνση, ενημέρωση και επιτίμηση διαμέσου των προφητών.

Στην Αγία Γραφή ο προφήτης είναι κάποιος που λαμβάνει μηνύματα από το Θεό και τα μεταφέρει στο λαό Του. Οι προφήτες δεν προφήτευαν με δική τους πρωτοβουλία, «διότι δεν ήλθε ποτέ προφητεία εκ θελήματος ανθρώπου, αλλ’ υπό του Πνεύματος του Αγίου κινούμενοι ελάλησαν οι άγιοι άνθρωποι του Θεού» (Β΄Πέτρ. α΄21).

Στην Παλαιά Διαθήκη η λέξη προφήτης είναι συνήθως η μετάφραση της εβραϊκής λέξης ναμπί. Η έννοιά της εκφράζεται στην Έξοδο ζ΄1,2: «Και είπε Κύριος προς τον Μωυσήν, Ιδού, εγώ σε κατέστησα Θεόν εις τον Φαραώ, και ο Ααρών ο αδελφός σου θέλει είσθαι προφήτης σου. Συ θέλεις λαλήσει πάντα όσα σε προστάζω, ο δε Ααρών ο αδελφός σου θέλει λαλήσει προς τον Φαραώ». Η σχέση του Μωυσή προς το Φαραώ ήταν όπως αυτή του Θεού προς το λαό Του. Και καθώς ο Ααρών γνωστοποιούσε τα λόγια του Μωυσή στο Φαραώ, έτσι ο προφήτης μετέφερε τα λόγια του Θεού στο λαό. Η λέξη προφήτης λοιπόν υποδηλώνει ένα κατά θεία υπόδειξη άτομο που μιλάει για το Θεό.

«Βλέπων» μια μετάφραση από τα εβραϊκά ροέχ (Ησ. λ΄10) ή κοζέχ (Β΄Σαμ. κδ΄11, Β΄Βασ. ιζ΄13) είναι μια ακόμη ονομασία για τα πρόσωπα με το προφητικό χάρισμα. Οι λέξεις προφήτης και βλέπων έχουν στενή σχέση. Η Αγία Γραφή εξηγεί: «Το πάλαι εν τω Ισραήλ, οπότε τις υπήγαινε να ερωτήση τον Θεόν, έλεγεν ούτως, Έλθετε ας υπάγωμεν έως εις τον βλέποντα. Διότι ο σήμερον προφήτης εκαλείτο το πάλαι ο βλέπων» (Α΄Σαμ. θ΄9). Η ονομασία ο βλέπων τόνιζε τη λήψη θείου μηνύματος από τον προφήτη. Ο Θεός αποκάλυπτε στα «μάτια» ή στη διάνοια των προφητών την πληροφορία που ήθελε αυτοί να μεταβιβάσουν στο λαό Του.

Καθώς κυλούσαν τα χρόνια, ο Θεός έδινε αποκαλύψεις του θελήματός Του στο λαό Του με άτομα τα οποία είχαν το χάρισμα της προφητείας. «Βεβαίως Κύριος ο Θεός δεν θέλει κάμει ουδέν, χωρίς να αποκαλύψη το απόκρυφον αυτού εις τους δούλους αυτού τους προφήτας» (Αμώς γ΄7, Εβρ. α΄1).

Οι Λειτουργίες του Προφητικού Χαρίσματος στην Καινή Διαθήκη. Η Καινή Διαθήκη δίνει στην προφητεία εξέχουσα θέση μεταξύ των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος, τοποθετημένη μια φορά στην πρώτη θέση και δύο φορές στη δεύτερη θέση ανάμεσα στις διακονίες τις πιο χρήσιμες για την εκκλησία (Ρωμ. ιβ΄6, Α΄Κορ. ιβ΄28, Εφεσ. δ΄11). Αυτό ενθαρρύνει τους πιστούς να επιθυμούν ειδικά αυτό το χάρισμα (Α΄Κορ. ιδ΄1,39).

Η Καινή Διαθήκη υποδεικνύει ότι οι προφήτες είχαν τα ακόλουθα λειτουργήματα:

1. Συμπαραστέκονται στη θεμελίωση της εκκλησίας. Η εκκλησία εποικοδομήθηκε «επί το θεμέλιον των αποστόλων και προφητών, όντος ακρογωνιαίου λίθου αυτού του Ιησού Χριστού» (Εφεσ. β΄20,21).

2. Πρωτοστάτησαν στην εξάπλωση της αποστολής της εκκλησίας. Μέσα από τους προφήτες το Άγιο Πνεύμα έκλεξε τον Απόστολο Παύλο και το Βαρνάβα για το πρώτο ιεραποστολικό ταξίδι τους (Πράξ. ιγ΄1,2), και τους κατεύθυνε πού έπρεπε να εργασθούν ως ιεραπόστολοι (Πράξ. ις΄6-10).

3. Εποικοδομούσαν την εκκλησία. «Ο δε προφητεύων, λαλεί προς ανθρώπους εις οικοδομήν και προτροπήν και παρηγορίαν», λέει ο Απόστολος Παύλος και προσθέτει πιο συγκεκριμένα, «ο δε προφητεύων, την εκκλησίαν οικοδομεί» (Α΄Κορ. ιδ΄3,4). Μαζί με τα άλλα χαρίσματα, ο Θεός έδωσε την προφητεία στην εκκλησία για να ετοιμάσει τους πιστούς “διά το έργον της διακονίας, διά την οικοδομήν του σώματος του Χριστού» (Εφεσ. δ΄12).

4. Ένωναν και προστάτευσαν την εκκλησία. Οι προφήτες βοήθησαν για να επιφέρουν «την ενότητα της πίστεως», να προστατεύσουν τους πιστούς από τις ψευδείς διδασκαλίες, για να μην είναι «πλέον νήπιοι, κυματιζόμενοι και περιφερόμενοι με πάντα άνεμον διδασκαλίας διά της δολιότητος των ανθρώπων, διά της πανουργίας εις το μεθοδεύεσθαι την πλάνην» (Εφεσ. δ΄13,14).

5. Προειδοποίησαν για επερχόμενες δυσκολίες. Ένας προφήτης της Καινής Διαθήκης προειδοποίησε για μια επικείμενη πείνα. Ανταποκρινόμενη η εκκλησία, πήρε την πρωτοβουλία ενός προγράμματος να βοηθήσει εκείνους που υπέφεραν από την πείνα (Πράξ. ια΄27-30). Άλλοι προφήτες μίλησαν για τη σύλληψη και φυλάκιση του Απόστολου Παύλου στην Ιερουσαλήμ (Πράξ. κ΄23, κα΄4,10-14).

6. Επικύρωσαν την πίστη σε στιγμές διαμάχης. Στην πρώτη εκκλησιαστική σύνοδο, το Άγιο Πνεύμα οδήγησε την εκκλησία σε μια απόφαση για ένα επίμαχο θέμα σχετικά με τη σωτηρία των εξ εθνών Χριστιανών. Τότε, διαμέσου των προφητών, το Άγιο Πνεύμα στήριξε τους πιστούς στην αληθινή διδασκαλία. Αφού μεταφέρθηκε η απόφαση της συνόδου στα μέλη, «ο Ιούδας δε και ο Σίλας όντες και αυτοί προφήται, παρηγόρησαν τους αδελφούς διά λόγων πολλών, και επεστήριξαν αυτούς» (Πράξ. ιε΄32).