Υπακοή στο Νόμο.

Οι άνθρωποι δεν μπορούν να κερδίσουν τη σωτηρία τους με τα καλά έργα τους. Υπακοή είναι ο καρπός της σωτηρίας διαμέσου του Χριστού. Μέσα από την καταπληκτική χάρη, ιδιαίτερα αυτή που εκδηλώθηκε στο σταυρό, ο Θεός ελευθέρωσε το λαό του από την ποινή και την κατάρα της αμαρτίας. Αν και ήσαν αμαρτωλοί, ο Χριστός έδωσε τη ζωή Του, εξασφαλίζοντας το χάρισμα της αιώνιας ζωής. Η άφθονη αγάπη του Θεού ξυπνάει στο μετανοούντα αμαρτωλό μια ανταπόκριση που εκδηλώνεται σε τρυφερή υπακοή με τη δύναμη της χάρης που τόσο άφθονη επιδαψιλεύεται. Οι πιστοί που κατανοούν ότι ο Χριστός δίνει στο νόμο τη δέουσα αξία, και οι οποίοι διαβλέπουν τις ευλογίες της υπακοής, θα έχουν ισχυρά κίνητρα για να βιώσουν μια χριστόμορφη ζωή.

Ο Χριστός και ο Νόμος. Με τον ύψιστο σεβασμό προς τις Δέκα Εντολές, ο ίδιος ο Χριστός – Ο ΩΝ – διακήρυξε τον η­θικό νόμο από το Σινά (Ιωάν. η΄58, ΄Εξ. γ΄14, δείτε κεφάλαιο 4). Μέρος της αποστολής Του στη γη ήταν να «μεγαλύ­νει τον νόμον αυτού και καταστήσει έντιμον» (Ησ. μβ΄21). Ένα εδάφιο της Παλαιάς Διαθήκης που η Καινή Διαθήκη αποδίδει στο Χριστό, κάνει σαφή τη στάση Του απέναντι στο νόμο: «Χαίρω, Θεέ μου, να εκτελώ το θέλημά σου, και ο νόμος σου είναι εν τω μέσω της καρδίας μου» (Ψαλμ. μ΄8, Εβρ. ι΄5,7).

Το ευαγγέλιό Του δημιούργησε μια πίστη η οποία με σταθερότητα υπερασπιζόταν την εγκυρότητα του Δεκαλόγου. Ο Απόστολος Παύλος είπε: «Νόμον λοιπόν καταργούμεν διά της πίστεως; Μη γένοιτο, αλλά νόμον συνιστώμεν» (Ρωμ. γ΄31).

Έτσι, ο Χριστός δεν ήρθε μόνο να σώσει τον άνθρωπο, αλλά και να υπερασπισθεί την εξουσία και την αγιότητα του νόμου του Θεού, παρουσιάζοντας τη μεγαλοσύνη και τη δόξα του ενώπιον των ανθρώπων, και δίνοντας το παράδειγμα ποια στάση να έχουν απέναντί του. Ως οπαδοί Του, οι Χριστιανοί καλούνται να μεγαλύνουν το νόμο του Θεού μέσα στη ζωή τους. Ο ίδιος ο Χριστός έχοντας διάγει μια ζωή υπακοής, τόνισε ότι και οι οπαδοί Του πρέπει να είναι τηρητές των εντολών. Όταν ρωτήθηκε τι απαιτείται για την αιώνια ζωή, απάντησε: «Εάν θέλης να εισέλθης εις την ζωήν, φύλαξον τας εντολάς» (Ματθ. ιθ΄17). Επίσης προειδοποίησε για την παραβίαση αυτής της αρχής: «Δεν θέλει εισέλθει εις την βασιλείαν των ουρανών πας ο λέγων προς εμέ, Κύριε, Κύριε, αλλ’ ο πράττων το θέλημα του Πατρός μου του εν τοις ουρανοίς» (Ματθ. ζ΄21-23).

Ο Χριστός ο ίδιος εκπλήρωσε το νόμο όχι εξαλείφοντάς τον, αλλά με μια ζωή υπακοής σε αυτόν. Είπε: «Αληθώς σας λέγω, έως αν παρέλθη ο ουρανός και η γη, ιώτα έν ή μία κεραία δεν θέλει παρέλθει από του νόμου, εωσού πληρωθώσι πάντα» (Ματθ. ε΄18). Ο Χριστός δίνει ισχυρή έμφαση στο αντικείμενο του νόμου του Θεού που πρέπει πάντοτε να μένει στη διάνοια: Να αγαπάτε Κύριον τον Θεό σας με όλη την καρδιά, την ψυχή και τη διάνοια, και τον πλησίον σαν τον εαυτό σας (Ματθ. κβ΄37,38). Οπωσδήποτε δε θέλει μια αγάπη όπως ο κόσμος την ερμηνεύει – ιδιοτελή ή συναισθηματική. Για να εξηγήσει την αγάπη για την οποία μιλάει, ο Χριστός έδωσε «εντολήν καινήν» (Ιωάν. ιγ΄34). Αυτή η εντολή δε θα έπαιρνε τη θέση του Δεκαλόγου, αλλά θα προμήθευε στους πιστούς ένα παράδειγμα ποια πραγματικά είναι η αληθινή ανιδιοτελής αγάπη, όπως ποτέ στο παρελθόν δε διαπιστώθηκε στη γη. Με την έννοια αυτή, η εντολή Του πρέπει να περιγραφεί ως νέα. Τους έδωσε την εντολή όχι απλώς «αγαπάτε αλλήλους», αλλά «αγαπάτε αλλήλους καθώς εγώ σας ηγάπησα» (Ιωάν. ιε΄12). Για να κυριολεκτήσουμε, εδώ έχουμε μια ακόμη απόδειξη πώς ο Χριστός μεγάλυνε τους νόμους του Πατέρα Του.

Η υπακοή αποκαλύπτει τέτοια αγάπη. Ο Ιησούς είπε: «Εάν με αγαπάτε, τας εντολάς μου φυλάξατε» (Ιωάν. ιδ΄15). «Εάν τας εντολάς μου φυλάξητε, θέλετε μείνει εν τη αγάπη μου, καθώς εγώ εφύλαξα τας εντολάς του Πατρός μου και μένω εν τη αγάπη αυτού» (Ιωάν. ιε΄10). Το ίδιο, εάν αγαπάμε το λαό του Θεού, το Θεό αγαπάμε και «τας εντολάς αυτού φυλάττομεν» (ΑΊωάν. β΄3).

Μόνο μένοντας στο Χριστό μπορούμε να δείξουμε ολόκαρδη υπακοή. Ο Χριστός είπε: «Καθώς το κλήμα δεν δύναται να φέρη καρπόν αφ’εαυτού, εάν δεν μείνη εν τη αμπέλω, ούτως ουδέ σεις, εάν δεν μείνητε εν εμοί … Ο μένων εν εμοί και εγώ εν αυτώ, ούτος φέρει καρπόν πολύν, διότι χωρίς εμού δεν δύνασθε να κάμητε ουδέν» (Ιωάν. ιε΄4,5). Για να μείνουμε με το Χριστό, πρέπει να σταυρωθούμε με Αυτόν και να έχουμε την εμπειρία για την οποία έγραψε ο Απόστολος Παύλος: «Ζω δε ουχί πλέον εγώ, αλλ’ο Χριστός ζη εν εμοί» (Γαλ. β΄20). Για τους χριστιανούς με αυτές τις αρχές, ο Χριστός μπορεί να εκπληρώσει την υπόσχεση της νέας διαθήκης Του: «Θέλω δώσει τους νόμους μου εις την διάνοιαν αυτών, και θέλω γράψει αυτούς επί της καρδίας αυτών, και θέλω είσθαι εις αυτούς Θεός, και αυτοί θέλουσιν είσθαι εις εμέ λαός» (Εβρ. η΄10).

Ευλογίες της Υπακοής. Η υπακοή διαπλάθει χριστιανικό χαρακτήρα και δημιουργεί ένα αίσθημα ευεξίας, κάνοντας τους πιστούς να αυξάνουν ως «νεογέννητα βρέφη» και να μεταμορφώνονται στην εικόνα του Χριστού (Α΄Πέτρ. β΄2, Β΄Κορ. γ΄18). Αυτή η μεταβολή από αμαρτωλό σε παιδί του Θεού μαρτυρεί την αποτελεσματικότητα της δύναμης του Χριστού.

Η Αγία Γραφή λέει ότι είναι «μακάριοι … οι περιπατούντες εν τω νόμω του Κυρίου» (Ψαλμ. ριθ΄1), ότι στο νόμο του Κυρίου είναι το θέλημά τους και τον μελετούν ημέρα και νύκτα (Ψαλμ. α΄2).

Οι ευλογίες της υπακοής είναι πολλές:

1) Ενόραση και σοφία (Ψαλμ. ριθ΄98,99),

2) Ειρήνη (Ψαλμ. ριθ΄165, Ησ. μη΄18),

3) Δικαιοσύνη (Δευτ. ς΄25, Ησ. μη΄18),

4) Αγνή και ηθική ζωή (Παρ. ζ΄1-5),

5) Γνώση της αλήθειας (Ιωάν. ζ΄17),

6) Προστασία από ασθένεια (Έξ. ιε΄26),

7) Μακροημέρευση (Παρ. γ΄1,2, δ΄10,22),

8) Βεβαιότητα ότι οι προσευχές θα εισακουσθούν

(ΑΊωάν. γ΄22, Ψαλμ. ξς΄18).

Καλώντας μας σε υπακοή, ο Θεός υπόσχεται άφθονες ευλογίες. (Λευιτ. κς΄3-10, Δευτ. κη΄1-12). Όταν ανταποκρινόμαστε θετικά, γινόμαστε «ο εκλεκτός … βασίλειον ιεράτευμα και έθνος άγιον» (Έξ. ιθ΄5,6, Α΄Πέτρ, β΄5,9), υψωμένοι «υπεράνω πάντων των εθνών», «κεφαλή και ουχί ουρά» (Δευτ. κη΄1,13).