Με τη ζωή του Χριστού που έδειξε τέλεια υπακοή στο θέλημα του Θεού, με τα πάθη, το θάνατο και την ανάστασή Του, ο Θεός εξασφάλισε το μόνο μέσον εξιλέωσης για την ανθρώπινη αμαρτία, ούτως ώστε εκείνοι που δέχονται με πίστη αυτή την εξιλέωση, να έχουν την αιώνια ζωή, και ολόκληρη η κτίση να κατανοήσει καλύτερα την άπειρη και άγια αγάπη του Δημιουργού. Αυτή η τέλεια εξιλέωση υπερασπίζεται τη δικαιοσυνη του νόμου του Θεού και την ευσπλαχνία του χαρακτήρα Του, γιατί και την αμαρτία καταδικάζει και τη συγχώρηση εξασφαλίζει. Ο θάνατος του Χριστού λειτούργησε ως αντικαταστάτης και εξιλαστήριος, συμφιλιώνοντας και μεταμορφώνοντας. Η ανάσταση του Χριστού διακηρύττει το θρίαμβο του Θεού κατά των δυνάμεων του κακού, και σε εκείνους οι οποίοι δέχονται τον ιλασμό, εξασφαλίζει την τελική νίκη κατά της αμαρτίας και του θανάτου. Διακηρύττει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Κύριος, ενώπιον του οποίου θα κλίνει κάθε γόνυ στον ουρανό και στη γη.
Μια ανοικτή θύρα οδηγεί στο κέντρο του σύμπαντος, στον ουρανό. Μια φωνή καλεί: «Έλα μέσα και δες τι συμβαίνει!». Διαμέσου του Αγίου Πνεύματος ο Aπόστολος Ιωάννης βλέπει μέσα στην αίθουσα του θρόνου του Θεού.
Ένα εκτυφλωτικό σμαραγδένιο ουράνιο τόξο περιβάλλει τον κεντρικό θρόνο, και αστραπές, βροντές και φωνές εξέρχονται από αυτόν. Αξιωματούχοι – λευκοντυμένοι και με χρυσά διαδήματα – κάθονται σε μικρότερους θρόνους. Καθώς μια δοξολογία γεμίζει τον αέρα, οι πρεσβύτεροι προσπίπτουν σε στάση λατρείας τοποθετώντας τα χρυσά διαδήματα στο θρόνο. Ένας άγγελος κρατώντας ένα επτασφράγιστο βιβλίο, αναφωνεί: «Τίς είναι άξιος να ανοίξη το βιβλίον και να λύση τας σφραγίδας αυτού;» (Αποκ. ε΄2). Με δέος ο Ιωάννης βλέπει ότι κανείς στον ουρανό ή στη γη δεν είναι άξιος να ανοίξει το βιβλίο. Το δέος του μετατρέπεται σε κλάμα, μέχρι που ένας από τους πρεσβυτέρους τον παρηγορεί: «Μη κλαίε. Ιδού, υπερίσχυσεν ο λέων όστις είναι εκ της φυλής Ιούδα, η ρίζα του Δαβίδ, να ανοίξη το βιβλίον και να λύση τας επτά σφραγίδας αυτού» (Αποκ. ε΄5).
Ξαναβλέποντας το μεγαλοπρεπή θρόνο, ο Aπόστολος Ιωάννης βλέπει το Αρνί το οποίο έχει σφαγεί αλλά τώρα είναι ζωντανό και περιβλημένο με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος. Καθώς το ταπεινό Αρνί παίρνει το βιβλίο, οι ζωντανές υπάρξεις και οι πρεσβύτεροι αναφωνούν έναν ύμνο: «Άξιος είσαι να λάβης το βιβλίον, και να ανοίξης τας σφραγίδας αυτού, διότι εσφάγης, και ηγόρασας ημάς εις τον Θεόν διά του αίματός σου, εκ πάσης φυλής και γλώσσης και λαού και έθνους. Και έκαμες ημάς εις τον Θεόν ημών βασιλείς και ιερείς, και θέλομεν βασιλεύσει επί της γης» (Αποκ. ε΄9,10). Κάθε κτίσμα στον ουρανό και στη γη ενώθηκε μαζί τους στον ύμνο: «Εις τον καθήμενον επί του θρόνου και εις το Αρνίον έστω η ευλογία και η τιμή και η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων» (Αποκ. ε΄13).
Τι είναι τόσο σπουδαίο στο βιβλίο αυτό; Αναφέρεται στη διάσωση της ανθρώπινης φυλής από τη σκλαβιά του Σατανά και περιγράφει την ύστατη νίκη του Θεού κατά της αμαρτίας. Αποκαλύπτει μια σωτηρία τόσο τέλεια, που οι αιχμάλωτοι στην αμαρτία μπορούν να ελευθερωθούν από τη φυλακή της καταδίκης απλώς με τη δική τους επιλογή. Πολύ πριν γεννηθεί στη Βηθλεέμ, το Αρνί ανέκραξε: «Ιδού, έρχομαι. Εν τω τόμω του βιβλίου είναι γεγραμμένον περί εμού, Χαίρω, Θεέ μου, να εκτελώ το θέλημά σου, και ο νόμος σου είναι εν τω μέσω της καρδίας μου» (Ψαλμ. μ΄7,8, Εβρ. ι΄7). Ο ερχομός του «Αρνίου του εσφαγμένου από καταβολής κόσμου» είναι που πραγματοποίησε τη λύτρωση της ανθρωπότητας (Αποκ. ιγ΄8).