Ο Άνθρωπος στην Εικόνα του Θεού
Οι ζωντανές υπάρξεις που ο Θεός δημιούργησε την έκτη ημέρα της Δημιουργίας, έγιναν «κατ’ εικόνα Θεού» (Γέν. α΄27). Τι σημαίνει υπάρξεις δημιουργημένες κατά την εικόνα του Θεού;
Δημιουργημένοι κατά την Εικόνα και την Ομοίωση του Θεού. Συχνά λέγεται ότι οι ηθικές και πνευματικές διαστάσεις του ανθρώπου αποκαλύπτουν κάτι από την ηθική και πνευματική φύση του Θεού. Αλλά εφόσον η Αγία Γραφή διδάσκει ότι ο άνθρωπος περιλαμβάνει μια αδιαίρετη ενότητα σώματος, διάνοιας και ψυχής, τα φυσικά χαρακτηριστικά του ανθρώπου, κατά κάποιον τρόπο, αντανακλούν την εικόνα του Θεού. Πώς θα μπορούσε μια ύπαρξη πνευματική να συνδέεται με κάποιο σχήμα;
Μια σύντομη μελέτη των αγγέλων αποκαλύπτει ότι αυτοί, όπως ο Θεός, είναι πνευματικές υπάρξεις (Εβρ. α΄7,14). Και όμως πάντοτε παρουσιάζονται με ανθρώπινο σχήμα (Γέν. ιη΄1-ιθ΄22, Δαν. θ΄21, Λουκά α΄11-38, Πράξ. ιβ΄5-10). Θα μπορούσε μια πνευματική ύπαρξη να έχει ένα «πνευματικό σώμα» με ένα σχήμα και με χαρακτηριστικά ( Α΄Κορ. ιε΄44);
Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, μερικοί άνθρωποι είδαν κάποια σημεία από το πρόσωπο του Θεού. Ο Μωυσής, ο Ααρών, ο Ναδάβ, ο Αβιούδ και οι εβδομήντα πρεσβύτεροι είδαν «τους πόδας» Του (Έξ. κδ΄9-11). Αν και ο Θεός αρνήθηκε να δείξει το πρόσωπό Του, αφού κάλυψε το Μωυσή με το χέρι Του ο Θεός τού αποκάλυψε τα νώτα καθώς διέβη (Έξ. λγ΄20-23). Ο Θεός παρουσιάσθηκε στο Δανιήλ σε ένα όραμα με σκηνικό ένα δικαστήριο, ως ο Παλαιός των Ημερών καθισμένος σε θρόνο (Δαν. ζ΄9,10). Ο Χριστός περιγράφεται ως «η εικών του Θεού του αοράτου» (Κολ. α΄15) και «χαρακτήρ της υποστάσεως αυτού» (Εβρ. α΄3). Αυτά τα κείμενα φαίνονται να αποδεικνύουν ότι ο Θεός είναι μια προσωπική ύπαρξη και έχει προσωπικό σχήμα. Αυτό δεν εκπλήσσει, αφού ο άνθρωπος δημιουργήθηκε κατά την εικόνα του Θεού.
Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε «ολίγον τι κατώτερος των αγγέλων» (Εβρ. β΄7), μια ένδειξη ότι πρέπει να είναι προικισμένος με διανοητικά και πνευματικά χαρίσματα. Αν και ο Αδάμ δεν είχε ακόμη πείρα, οξυδέρκεια και ωριμότητα, όμως είχε πλασθεί «ευθύς» (Εκκλ. ζ΄29), μια αναφορά στην ηθική ευθύτητα. ‘Οντας κατά την ηθική εικόνα του Θεού, ο άνθρωπος ήταν δίκαιος καθώς και άγιος (Εφεσ. δ΄24), και αποτελούσε μέρος της δημιουργίας του Θεού εκφρασμένη ως «καλά λίαν» (Γέν. α΄31).
Εφόσον ο άνθρωπος δημιουργήθηκε κατά την ηθική εικόνα του Θεού, του δόθηκε η ευκαιρία να αποδείξει την αγάπη και τη νομιμοφροσύνη στο Δημιουργό του. Όπως ο Θεός, και αυτός είχε το δικαίωμα της εκλογής – την ελευθερία να σκεφθεί και να ενεργήσει σύμφωνα με την ηθική επιταγή. Έτσι, ήταν ελεύθερος να αγαπήσει και να υπακούσει, ή να αμφιβάλλει και να δείξει ανυπακοή. Ο Θεός διακινδύνευσε την περίπτωση ο άνθρωπος να κάνει λαθεμένη εκλογή, επειδή μόνο με την ελευθερία της εκλογής μπορούσε αυτός να αναπτύξει χαρακτήρα που θα αποδείκνυε την αρχή της αγάπης, δηλαδή την ουσία του ίδιου του Θεού (Α΄Ιωάν. δ΄8). Ο προορισμός του ήταν να φθάσει στην ύψιστη έκφραση της εικόνας του Θεού: να αγαπάει το Θεό με όλη την καρδιά του, την ψυχή του και τη διάνοιά του και τον πλησίον σαν τον εαυτό του (Ματθ. κβ΄36-40).
Δημιουργημένοι για να Σχετιζόμαστε με τους Άλλους. Ο Θεός είπε: «Δεν είναι καλόν ο άνθρωπος να ήναι μόνος» (Γέν. β΄18), και έκανε την Εύα. Όπως τα τρία μέλη της Θεότητας είναι ενωμένα με τρυφερή σχέση, έτσι και εμείς έχουμε δημιουργηθεί για συντροφικότητα που βρίσκεται στη φιλία και στο γάμο (Γέν. β΄18). Στις σχέσεις αυτές έχουμε την ευκαιρία να ζήσουμε για τους άλλους. Το να είμαστε γνήσιοι άνθρωποι σημαίνει να προσανατολισθούμε προς μια σχέση. Η διαμόρφωση αυτής της όψης της εικόνας του Θεού είναι ένα αναπόσπαστο μέρος της αρμονίας και της ευημερίας της βασιλείας του Θεού.
Δημιουργημένοι για να Είμαστε Διαχειριστές του Περιβάλλοντος. Ο Θεός είπε: «Ας κάμωμεν άνθρωπον κατ’εικόνα ημών, καθ’ ομοίωσιν ημών, και ας εξουσιάζη επί των ιχθύων της θαλάσσης, και επί των πετεινών του ουρανού, και επί των κτηνών, και επί πάσης της γης, και επί παντός ερπετού έρποντος επί της γης» (Γέν. α΄26). Εδώ ο Θεός αναφέρει τη θεία εικόνα του ανθρώπου και την κυριαρχία του επάνω στην κατώτερη μορφή της φύσης. Ο άνθρωπος τοποθετήθηκε ως αντιπρόσωπος του Θεού επάνω στα κατώτερα πλάσματα. Το ζωικό βασίλειο δεν μπορεί να καταλάβει την κυριαρχία του Θεού, αλλά πολλά ζώα είναι ικανά να αγαπήσουν και να υπηρετήσουν τον άνθρωπο.
Ο Δαβίδ αναφερόμενος στην κυριαρχία του ανθρώπου δηλώνει: «Κατέστησας αυτόν κύριον επί τα έργα των χειρών σου, πάντα υπέταξας υποκάτω των ποδών αυτού» (Ψαλμ. η΄6-8). Η υψηλή θέση του ανθρώπου ήταν ενδεικτική της δόξας και της τιμής με τις οποίες ο Θεός τον είχε στεφανώσει (Ψαλμ. η΄5). Ήταν ευθύνη του να κυβερνάει με προσήνεια τον κόσμο, φανταζόμενος ή σκεπτόμενος την ευεργετική κυριαρχία του Θεού στο σύμπαν. Έτσι λοιπόν δεν είμαστε θύματα περιστάσεων, όπου μας επιβάλλονται οι δυνάμεις του περιβάλλοντος. Μάλλον ο Θεός μάς ανέθεσε να συμβάλλουμε θετικά διαμορφώνοντας το περιβάλλον, χρησιμοποιώντας κάθε κατάσταση στην οποία είμαστε τοποθετημένοι σαν ευκαιρία για να εκπληρώσουμε το θέλημα του Θεού.
Αυτή η αντίληψη προμηθεύει το κλειδί βελτίωσης των ανθρώπινων σχέσεων σε έναν κόσμο άφθονο σε ρήγματα. Έχει επίσης την απάντηση για την εγωιστική κατανάλωση των φυσικών πόρων της γης και την απερίσκεπτη μόλυνση της ατμόσφαιρας και των υδάτων που οδηγεί σε μια συνεχόμενη ελάττωση ποιότητας της ζωής. Η υιοθέτηση της βιβλικής άποψης για τη φύση του ανθρώπου εξασφαλίζει τη μόνη βεβαιότητα για ένα μέλλον με ευημερία.
Δημιουργημένοι για να Μιμηθούμε το Θεό. Σαν ανθρώπινες υπάρξεις, πρέπει να ενεργούμε όπως ο Θεός, επειδή είμαστε δημιουργημένοι όπως ο Θεός. Αν και έχουμε ανθρώπινη φύση και όχι θεία, πρέπει να αντανακλούμε τον Ποιητή μας μέσα στην κυριαρχία μας με κάθε δυνατό τρόπο. Η τέταρτη εντολή μάς καλεί στην υποχρέωση αυτή: πρέπει να ακολουθήσουμε το παράδειγμα του Ποιητή μας εργαζόμενοι τις έξι πρώτες ημέρες της εβδομάδας και αναπαυόμενοι την έβδομη ημέρα (Έξ. κ΄8-11).
Δημιουργημένοι με υπό Όρους Αθανασία. Κατά τη Δημιουργία, δόθηκε στους προπάτορές μας η αθανασία, και η οποία θα έμενε στην κατοχή τους με τον όρο της υπακοής. Έχοντας πρόσβαση στο δένδρο της ζωής, ήταν προορισμένοι να ζουν για πάντα. Ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορούσε να κινδυνεύσει γι’ αυτούς η κατάσταση της αθανασίας, ήταν η παράβαση της εντολής που απαγόρευε να φάνε από το δένδρο της γνώσης του καλού και του κακού. Η παρακοή θα τους οδηγούσε στο θάνατο (Γεν. β΄17, γ΄22).