Η Οικογένεια

Αφού ο Θεός δημιούργησε τον Αδάμ και την Εύα, τους έδωσε την κυριαρχία του κόσμου (Γέν. α΄26, β΄15). Έκαναν την πρώτη οικογένεια, την πρώτη εκκλησία και ξεκίνησαν την πρώτη κοινωνία. Έτσι, η κοινωνία οικοδομήθηκε επάνω στο γάμο και στην οικογένεια. Επειδή ήταν οι πρώτοι κάτοικοι ως άνθρωποι επάνω στη γη, ο Θεός τους έδωσε την εντολή: «Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και γεμίσατε την γην και κυριεύσατε αυτήν» (Γέν. α΄28).

Οι δημογραφικές στατιστικές του κόσμου δείχνουν ότι ένα ακατοίκητο μέρος δεν αναζητάει πλέον να κατοικηθεί και να κατακτηθεί. Αλλά τα χριστιανικά ζευγάρια που αποφασίζουν να φέρουν παιδιά στον κόσμο, έχουν ακόμη την υποχρέωση της ανατροφής των παιδιών τους με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Πριν ένα ζευγάρι ξεκινήσει αυτή την πορεία, πρέπει να λάβει υπόψη το ιδεώδες του Θεού για την οικογένεια.

Γονείς

1. Ο Πατέρας. Η Αγία Γραφή έδωσε στο σύζυγο και πατέρα την ευθύνη να είναι η κεφαλή και ο ιερέας στο σπιτικό του (Κολ. γ΄18-21, Α΄Πέτρ. γ΄1-8). Αυτός γίνεται ένας τύπος του Χριστού, η κεφαλή της εκκλησίας. «Διότι ο ανήρ είναι κεφαλή της γυναικός, καθώς και ο Χριστός κεφαλή της εκκλησίας, και αυτός είναι ο σωτήρ του κόσμου. Αλλά καθώς η εκκλησία υποτάσσεται εις τον Χριστόν, ούτω και αι γυναίκες ας υποτάσσονται εις τους άνδρας αυτών κατά πάντα. Οι άνδρες αγαπάτε τας γυναίκας σας, καθώς και ο Χριστός ηγάπησε την εκκλησίαν και παρέδωκεν εαυτόν υπέρ αυτής, διά να αγιάση αυτήν, καθαρίσας με τον λουτρόν του ύδατος διά του λόγου. Διά να παραστήση αυτήν εις εαυτόν ένδοξον εκκλησίαν, μη έχουσαν κηλίδα, ή ρυτίδα, ή τι των τοιούτων, αλλά διά να ήναι αγία και άμωμος. Ούτω χρεωστούσιν οι άνδρες να αγαπώσι τας εαυτών γυναίκας ως τα εαυτών σώματα. Όστις αγαπά την εαυτού γυναίκα, εαυτόν αγαπά» (Εφεσ. ε΄23-28).

Όπως ο Χριστός οδηγεί την εκκλησία, άνδρας και γυναίκα «και οι δύο να είναι υποχωρητικοί, αλλά ο λόγος του Θεού δίνει προτίμηση στην κρίση του άνδρα», εκτός αν είναι θέμα συνείδησης.  Συγχρόνως όμως έχει την ευθύνη να τη σέβεται σαν προσωπικότητα.

Όπως ο Χριστός επέδειξε μια τρυφερή ηγεσία μέχρι που έφθασε στο σταυρό ως δούλος, έτσι και ο άνδρας πρέπει να ηγείται θυσιαζόμενος. Ο νόμος του Χριστού είναι σοφία και αγάπη, και όταν οι άνδρες εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους προς τις γυναίκες τους, θα χρησιμοποιήσουν την εξουσία με την ίδια τρυφερότητα όπως ο Χριστός τη χρησιμοποιεί απέναντι στην εκκλησία. ΄Οταν το Πνεύμα του Χριστού ελέγχει τον άνδρα, η υποταγή της γυναίκας θα έχει μόνο σαν αποτέλεσμα την ηρεμία και το όφελος, γιατί αυτός θα απαιτήσει από αυτή μόνο ό,τι θα είναι για το καλό της, και με τον ίδιο τρόπο που ο Χριστός απαιτεί υποταγή από την εκκλησία. Αυτοί που έχουν το ρόλο του συζύγου, ας μελετήσουν τα λόγια του Χριστού, όχι για να δουν μέχρι πού φθάνει η υποταγή της γυναίκας, αλλά πώς μπορούν να έχουν το πνεύμα του Χριστού, να εξαγνισθούν, να εκλεπτυνθούν και να είναι κατάλληλοι ως κύριοι στο σπιτικό τους.

Ως ιερέας της οικογένειας, όπως ο Αβραάμ, ο πατέρας θα συγκεντρώνει την οικογένειά του στην αρχή της ημέρας και θα τους εναποθέτει στη φροντίδα του Θεού. Το βράδυ θα τους οδηγεί στη δοξολογία και στην ευχαριστία προς το Θεό για τις ευλογίες που τους επιδαψίλευσε. Η οικογενειακή λατρεία θα είναι ο δεσμός που τους ενώνει – ο χρόνος που δίνει προτεραιότητα στο Θεό μέσα στην οικογένεια.

Ο συνετός πατέρας διαθέτει χρόνο για τα παιδιά του. Ένα παιδί μπορεί να πάρει πολλά μαθήματα από τον πατέρα, ό­πως σεβασμός και αγάπη για τη μητέρα, αγάπη για το Θεό, η σπουδαιότητα της προσευχής, αγάπη προς τους άλλους ανθρώπους, τρόπος εργασίας, σεμνότητα, αγάπη για τη φύση και για τα πράγματα που ο Θεός έκανε. Αλλά αν ο πατέρας δεν είναι ποτέ στο σπίτι, το παιδί στερείται αυτού του προνομίου και της χαράς.

2. Η μητέρα. Η μητρότητα είναι η επίγεια εμπειρία που απαιτεί την πιο στενή επικοινωνία με το Θεό. Ο βασιλιάς στο θρόνο του δεν έχει υψηλότερο έργο από αυτό της μητέρας. Η μητέρα είναι η βασίλισσα στο σπιτικό της. Αυτή έχει την ισχύ να διαμορφώσει το χαρακτήρα των παιδιών της, για να γίνουν κατάλληλα για την ανώτερη, αιώνια ζωή. Ακόμη και ένας άγγελος δεν καλείται για ανώτερη αποστολή, γιατί κάνοντας αυτό το έργο, η ίδια προσφέρει υπηρεσία στο Θεό. Ας συνειδητοποιήσει την αξία του έργου της, και ας ενδυθεί όλη την πανοπλία του Θεού για να αντισταθεί στον πειρασμό να προσαρμοσθεί στα δεδομένα του κόσμου. Το έργο της είναι για τώρα και για την αιωνιότητα.

Κάποιος μέσα στο σπίτι πρέπει να φέρει την τελική ευθύνη για το χαρακτήρα των παιδιών. Η διαπαιδαγώγηση του παιδιού δεν μπορεί να γίνει στην τύχη ή να ανατεθεί σε άλλους, γιατί κανείς δεν αισθάνεται το ίδιο για το παιδί όπως οι γονείς. Ο Θεός δημιούργησε τη μητέρα με την ικανότητα να φέρει το παιδί στο σώμα της, να το θηλάσει, να το αναθρέψει και να το αγαπάει. Αν για τη μητέρα δεν υπάρχουν άσχημες οικονομικές καταστάσεις και αν αυτή δεν αντικαθιστά και τον πατέρα, θα έχει το μοναδικό προνόμιο να παραμείνει με τα παιδιά της όλη την ημέρα. Μπορεί να χαίρεται συνεργαζόμενη με το Θεό για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα τους για την αιωνιότητα.

Κάποιος σε μια σχέση χρειάζεται να θεωρήσει την οικογένεια σαν μια σταδιοδρομία. Το να αναλάβει μια γυναίκα τη σταδιοδρομία της μητέρας και της συζύγου είναι ένα υπέροχο έργο ζωής στον εικοστόν αιώνα, και μια εργασία με πολύ πάθος. Σπατάλη προσπάθειας; Άχαρο έργο; Ανάξια σκλαβιά; Όχι. Μια πολύ συναρπαστική δυνατότητα για αναχαίτιση της παλίρροιας, για διάσωση της ανθρωπότητας, για επιρροή της ιστορίας, για κάτι που θα γίνει αισθητό και ακουστό σε συνεχώς διευρυνόμενους κύκλους.

Στην εποχή της Παλαιάς Διαθήκης, το όνομα ενός προσώπου αποτελούσε μια σύντομη περιγραφή αυτού που το είχε. Η Εύα έλαβε το όνομά της μετά την πτώση (Γέν. γ΄20). Επειδή θα γινόταν η μητέρα όλων των ανθρώπων, το όνομά της (στα εβραϊκά χαβά ) παράγεται από τη λέξη «ζωή» (εβραϊκά χαή ). Αντικατοπτρίζει την υπέροχη τιμητική θέση που κατέχει στην ιστορία της ανθρώπινης φυλής.

Όπως η τεκνοποίηση δεν ήταν το μοναδικό και αποκλειστικό δικαίωμα του Αδάμ ή της Εύας, έτσι και κανείς δεν είχε την αποκλειστικότητα του γονιού. Και οι δύο έπρεπε να συμμετέχουν στην ευθύνη αυτή. Και αυτό πρέπει να ισχύει τώρα, όχι μόνο να φέρουν τα παιδιά, αλλά και να τα αναθρέψουν. Ο κάθε γονιός έχει ορισμένες ευθύνες, και πρέπει να τις επιτελέσει για τον Κύριο. «Ιδού, η κληρονομία του Κυρίου είναι τα τέκνα. Μισθός αυτού ο καρπός της κοιλίας» (Ψάλμ. ρκζ΄3).

Παιδιά.

1. Προτεραιότητα. Πέρα από τη δέσμευση προς τον Κύριο και το σύζυγό τους, οι γονείς δεν έχουν ανώτερη ευθύνη από αυτή προς τα παιδιά, τα οποία έφεραν στον κόσμο. Πρέπει να τοποθετήσουν το συμφέρον των παιδιών τους πριν από τη δική τους προαγωγή και άνεση. Δεν ήταν επιλογή των παιδιών να έρθουν στον κόσμο, και πρέπει να δοθεί σε αυτά το καλύτερο δυνατό ξεκίνημα για τη ζωή. Επει­δή οι προγενέθλιες επιρροές επηρεάζουν ζωτικά την πνευ­ματική, διανοητική και φυσική υγεία, η προτεραιότητα για την ευτυχία του παιδιού πρέπει να ξεκινήσει πριν από τη γέννησή του.

2. Αγάπη. Η αγάπη των γονέων πρέπει να είναι χωρίς όρους και έτοιμη για θυσία. Και αν ακόμη δε θα βρει την πλήρη ανταπόκριση, τα παιδιά πρέπει να την έχουν, για να έχουν μια καλή εικόνα για τον εαυτό τους και συναισθηματική υγεία στη ζωή τους. Τα παιδιά που πρέπει να κερδίσουν την αγάπη, ή αισθάνονται απορριμμένα και παραμελημένα, θα προσπαθήσουν να επιτύχουν την αγάπη των γονέων με μια ανεπιθύμητη συμπεριφορά που θα ριζωθεί και θα γίνει συνήθεια.

Τα παιδιά που είναι βέβαια για την αγάπη των γονέων τους, θα δημιουργήσουν επαφές με τους άλλους. Θα διδαχθούν να δίνουν καθώς και να παίρνουν, και ότι έχουν λόγους να υπάρχουν πέρα από τον εαυτό τους. Καθώς αναπτύσσονται σαν παιδιά, μαθαίνουν να δοξάζουν το Θεό.

3. Δέσμευση. Οι χριστιανοί γονείς πρέπει να αφιερώσουν τα παιδιά τους στον Θεό από την πιο μικρή ηλικία τους. Καλό είναι να αφιερώνουμε το παιδί στον Θεό με μια απλή τελετή κατά την οποία οι γονείς παρουσιάζουν τα παιδιά τους με προσευχή στο Θεό, όπως ο Ιωσήφ και η Μαρία στο ναό παρουσίασαν το βρέφος Ιησού στο Θεό. (Λουκά β΄22-39). Με τον τρόπο αυτόν το παιδί αρχίζει τη ζωή του σαν ένα μέλος της εκτεταμένης πνευματικής οικογένειας. Τα μέλη της πνευματικής του κοινότητας συμμετέχουν στην κοινωνική και πνευματική ανάπτυξη του νεαρού ατόμου σαν παιδί του Θεού και μέλος του σώματος του Χριστού.

Κατά την τελετή αυτή οι γονείς αφιερώνονται επίσης να καθοδηγήσουν το παιδί στο δρόμο του Κυρίου, έτσι που η εικόνα Του να διαμορφωθεί στο παιδί. Για να φθάσουν στο σκοπό αυτόν, οι γονείς θα φέρνουν τα παιδιά τους στη Σχολή του Σαββάτου και στην εκκλησία τακτικά, ώστε τα μικρά να αποτελέσουν μέρος του σώματος του Χριστού από μικρή ηλικία. Έτσι, καθώς το παιδί φθάνει σε ηλικία για το σχολείο, οι γονείς και η εκκλησία θα καταβάλουν κάθε προσπάθεια για να αποκτήσει χριστιανική εκπαίδευση που θα καλλιεργεί αυτή την αγάπη του παιδιού για το Θεό και πολύ αργότερα.

4. Καρτερικότητα. Η πνευματική διδασκαλία που οι γονείς δίνουν, είναι μια συνεχής διαδικασία που εισέρχεται σε κάθε φάση της ζωής του παιδιού. «Θέλεις διδάσκει αυτούς [τους λόγους] επιμελώς εις τα τέκνα σου, και περί αυτών θέλεις ομιλεί καθήμενος εν τη οικία σου, και περιπατών εν τη οδώ, και πλαγιάζων, και εγειρόμενος. Και θέλεις δέσει αυτούς δια σημείον επί της χειρός σου και θέλουσιν είσθαι ως προμετωπίδια μεταξύ των οφθαλμών σου, Και θέλεις γράψει αυτούς επί τους παραστάτας της οικίας σου, και επί τας πύλας σου» (Δευτ. ς΄7-9, ια΄18).

Το παιδί επηρεάζεται από όλη την ατμόσφαιρα του σπιτιού. Οι γονείς μόνο με οικογενειακή λατρεία μπορούν να α­να­πτύξουν την πνευματικότητα. Αυτό πρέπει να συμβεί με τη συνεχή εμπιστοσύνη τους στον Ιησού. Πρέπει να εκδηλωθεί στον τρόπο ζωής τους, στην ενδυμασία, ακόμη και στη διακόσμηση του σπιτιού. Το παιδί να αναγνωρίζει το Θεό ως στοργικό Πατέρα είναι ζωτικό για τη χριστιανική ανάπτυξή του.

5. Εκμάθηση υπακοής. «Δίδαξον το παιδίον εν τη αρχή της οδού αυτού, και δεν θέλει απομακρυνθή απ’αυτής ουδέ όταν γηράση» (Παρ. κβ΄6). Τι συνεπάγεται αυτή η διαπαιδαγώγηση; Η μαθητεία υποδηλώνει περισσότερο από τιμω­ρία. Η τιμωρία συνήθως έχει να κάνει με το παρελθόν, ενώ η μαθητεία προσβλέπει στο μέλλον. Η μαθητεία είναι μια διαδι­κασία παιδαγώγησης κατά την οποία ένας νέος μαθητεύεται κοντά στους γονείς του στην παιδεία, στην καθοδήγηση, στο παράδειγμα. Αυτό σημαίνει να διδαχθεί τις σπουδαίες αρχές όπως η νομιμοφροσύνη, η αλήθεια, η επιείκεια, η συνέπεια, η υπομονή, η τάξη, το έλεος, η γενναιοδωρία και η εργασία.

Όταν τα παιδιά μαθαίνουν από νωρίς να υπακούουν στους γονείς τους ανεπιφύλακτα, η εξουσία δεν προκαλεί πρόβλημα στη ζωή τους. Αλλά είναι επίσης σπουδαίος και ο διδασκόμενος τύπος της υπακοής. Η αληθινή υπακοή προέρχεται όχι επειδή αποτελεί απαίτηση, αλλά επειδή αναβλύζει από μέσα. Το μυστικό αυτής της υπακοής βρίσκεται στην αναγέννηση.

Ο άνθρωπος που προσπαθεί να τηρήσει τις εντολές του Θεού απλώς από αίσθημα υποχρέωσης – επειδή απαιτείται να το κάνει – ποτέ δε θα νιώσει τη χαρά της υπακοής. Η αληθινή υπακοή είναι μια εξωτερίκευση εσωτερικής αρχής. Αναβλύζει από την αγάπη της δικαιοσύνης, από την αγάπη του νόμου του Θεού. Η ουσία όλης της δικαιοσύνης είναι η νομιμοφροσύνη στο Λυτρωτή μας. Αυτό θα μας οδηγήσει να κάνουμε το σωστό επειδή είναι σωστό, επειδή κάνοντας το σωστό ευαρεστούμε το Θεό.

6. Κοινωνικοποίηση και ανάπτυξη της γλώσσας. Ξεκινώντας από την οικογένεια, τα παιδιά γίνονται κοινωνικά μέλη της ανθρώπινης φυλής, με όλες τις ευθύνες και όλα τα προνόμια που συνεπάγονται. Κοινωνικοποίηση είναι η διαδικασία με την οποία τα παιδιά μαθαίνουν τις βασικές τεχνικές με τις οποίες λειτουργεί η κοινωνία. Η γλώσσα με όλες τις αποχρώσεις της επικοινωνίας είναι η πρώτη τεχνική που το παιδί πρέπει να μάθει. Η γλώσσα που χρησιμοποιείται στο σπίτι πρέπει να είναι προσεγμένη, έτσι που να αποκαλύπτει το χαρακτήρα του Θεού. Το παιδί πρέπει να ακούει συχνά χαρούμενες και αυθόρμητες εκφράσεις τρυφερότητας ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας, και δοξολογίες προς το Θεό.

7. Ταυτότητα φύλου. Μέσα στην οικογένεια, και με μια υγιεινή αλληλεπίδραση μεταξύ αρρένων και θηλέων, τα παιδιά μαθαίνουν να λειτουργούν σαν άνδρες και γυναίκες μέσα στην κοινωνία. Οι μεγάλοι πρέπει να τα διδάξουν την ομορφιά της ανάπτυξής τους σαν αγόρι ή κορίτσι μέσα από ορθές και κατάλληλες πληροφορίες. Είναι επίσης ευθύνη τους να διαφυλάξουν τα παιδιά τους από γενετήσια κακοποίηση.

8. Μαθήτευση των αξιών. Μια βασική λειτουργία κοινωνικοποίησης στο σπιτικό είναι να εξασφαλισθεί η αφομοίωση των αξιών υιοθετημένων από την οικογένεια. Οι αξίες της οικογένειας και οι θρησκευτικές πεποιθήσεις δε συμπίπτουν πάντοτε. Οι γονείς μπορεί να απαιτούν να γίνουν αποδεκτές κάποιες θρησκευτικές αρχές, αλλά οι αξίες που δίνουν σαν υπόδειγμα στο παιδί μπορεί να μην είναι σύμφωνες με εκείνες τις αρχές. Είναι σπουδαίο λοιπόν οι γονείς να δείχνουν συνέπεια.

Η Οικογένεια σε Πλατιά Έννοια. Ο γάμος, όπως ο Θεός τον σχεδίασε, είναι αποκλειστικός, η οικογένεια όμως όχι. Σε μια κοινωνία με συνεχή κίνηση, σπάνια βρίσκει κανείς μεγάλες οικογένειες – παππούδες και γιαγιάδες, αδέλφια, ξαδέλφια – να ζουν όλοι κοντά-κοντά. Η εκκλησιαστική οικογένεια μπορεί να βοηθήσει εκείνους που είναι μακριά από την οικογένεια ή δεν έχουν οικογένεια, να βρουν μια αληθινή έννοια αξίας και ύπαρξης. Εδώ επίσης όταν υπάρχει μόνο ένας γονιός, μπορεί να βρει ένα ζεστό μέρος όπου θα αναθρέψει τα παιδιά του με αγάπη και τρυφερότητα. Και η εκκλησία μπορεί να εξασφαλίσει κατάλληλους τύπους ρόλων που ίσως να λείπουν από το σπιτικό.

Μαθαίνοντας να αγαπούν τους ηλικιωμένους στην εκκλησία, τα παιδιά μαθαίνουν το σεβασμό. Και οι ηλικιωμένοι μπορούν να έχουν την εμπειρία της ικανοποίησης να χαίρονται και να αγαπούν τα μικρά. «Μη με εγκαταλίπης μηδέ μέχρι του γήρατος και της πολιάς, Θεέ, εωσού κηρύξω τον βρα­χίονά σου εις ταύτην την γενεάν, την δύναμίν σου εις πά­ντας τους μεταγενεστέρους» (Ψαλμ. οα΄18).

Ο Θεός περιβάλλει με ιδιαίτερο σεβασμό τα γηρατειά λέγοντας: «Η πολιά είναι στέφανος δόξης, ευρισκομένη εν τη οδό της δικαιοσύνης» (Παρ. ις΄31), και «έως του γήρατός σας εγώ αυτός είμαι, και έως των λευκών τριχών εγώ θέλω σας βαστάσει. Εγώ σας έκαμα και εγώ θέλω σας σηκώσει. Ναι, εγώ θέλω σας βαστάσει και σας σώσει» (Ησ. μς΄4).

Στην εκκλησία ένας γονιός χωρίς ταίρι μπορεί να βρει μια ιδιαίτερη θέση για αγάπη και τρυφερότητα, καθώς και να μοιρασθεί με άλλους τη δική του αγάπη και ενέργεια. Με τη διακονία της εκκλησίας μπορούν να αισθανθούν τη φροντίδα του Θεού γι’αυτούς. «Ναι, σε ηγάπησα αγάπησιν αιώνιον, διά τούτο σε είλκυσα με έλεος» (Ιερ. λα΄3).

Είναι μέρος της «καθαράς θρησκείας» να φροντίσει κανείς ιδιαίτερα τους έχοντες ανάγκη (Ιακ, α΄27, Έξ. κβ΄22. Δευτ. κδ΄17, κς΄12, Παρ. κγ΄10, Ησ. α΄17). Η εκκλησιαστική οικογένεια έχει ιδιαίτερη ευκαιρία να προμηθεύσει ένα καταφύγιο, έναν τόπο διαμονής σε εκείνους που δεν έχουν οικογένεια. Αυτή μπορεί να περιβάλει και να συμπεριλάβει κάθε μέλος στην ιδιαίτερη ενότητα που ο Χριστός είπε ότι θα ήταν το χαρακτηριστικό της ίδιας της Χριστιανοσύνης (Ιωάν. ιζ΄20-23).