Δεδομένου ότι ο Θεός είναι ένα επικοινωνιακό ον, ότι επικρατεί μια συναδέλφωση τριών σε ένα, και ότι ο άνθρωπος πλάστηκε κατά την εικόνα Του, μπορούμε κάλλιστα να ισχυριστούμε πως η συναδέλφωση είναι θεμελιώδης για την ανθρώπινη ύπαρξη.

Δηλαδή, είμαστε κοινωνικά όντα, ψυχολογικά, συναισθηματικά και βιολογικά πλασμένοι για ανιδιοτελείς σχέσεις.

Επομένως, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι η ζωή του κάθε ατόμου ξεκινά με το να είμαστε μέλος κάποιου είδους κοινότητας. Έχουμε «σχεδιαστεί» για να συνυπάρχουμε με το περιβάλλον μας και ευημερούμε μόνο όταν στη ζωή μας υπάρχουν αμοιβαίες σχέσεις αγάπης!

Η επίδραση της αμαρτίας στις σχέσεις

Για τους περισσότερούς μας η πρώτη κοινωνική ομάδα της οποίας είμαστε μέλος είναι η οικογένειά μας. Θα μπορούσαμε να πούμε πως η οικογένεια είναι η σημαντικότερη «κοινότητα» της ζωής μας, διότι είναι η κυριότερη εξωτερική μορφοποιός δύναμη μέσω της οποίας κάθε άτομο αναπτύσσει την αίσθηση του «ανήκειν».

Η αμαρτία έχει ως συνέπεια τη καταστρατήγηση των σχέσεων, κάτι που οδήγησε σε έριδες μεταξύ ανθρώπων, και είχε ως αποτέλεσμα το ιδανικό περιβάλλον σχέσεων άνευ όρων αγάπης και άνευ όρων αποδοχής να υποστεί κρίσιμη διαταραχή.

Δυστυχώς, οι πιο βασικές σχέσεις για την ανάπτυξη της προσωπικότητας και του χαρακτήρα του καθενός μας, δηλαδή η σχέση μας με τον Θεό και οι ενδοοικογενειακές σχέσεις, επηρεαστήκαν  περισσότερο απ’ όλα.

Ως συνέπεια της αμαρτίας, ή αλλιώς, ως συνέπεια της παράβασης των σχέσεων αγάπης και εμπιστοσύνης,  σήμερα οι περισσότερες ενδοοικογενειακές σχέσεις χαρακτηρίζονται από δύναμη και κυριαρχία, φόβο και εκφοβισμό, πίεση και επικράτηση ως αυθεντία των  πιο δυνατών ως προς των πιο αδύναμων μελών.

Ακόμη ένα αποτέλεσμα της καταστρατήγησης των  σχέσεων είναι ότι η αίσθηση της εγκατάλειψης και της απόρριψης  να υπερνικάει την αίσθηση του «ανήκειν» στην ψυχή μας. Συνεπώς, νιώθουμε ανασφαλείς και συνεχώς προσπαθούμε να αποδείξουμε στον εαυτό μας και στους άλλους ότι αξίζουμε την αγάπη και την αποδοχή τους.

Πνευματική οικογένεια

Η αμαρτία στερείται της δόξας του Θεού (Προς Ρωμαίους 3:23) και έρχεται σε αντίθεση με τη βασική υπόσταση του χαρακτήρα του Θεού, την ανιδιοτελή αγάπη (Α’ Ιωάννη 4:8).

Επομένως, το σχέδιο της σωτηρίας έχει να κάνει αποκλειστικά με την αποκατάσταση της σχέσης ανιδιοτελής αγάπης μεταξύ του Ουράνιου Πατέρα και του ανθρώπου. Η αποκατάσταση της σχέσης αυτής οδηγεί στην αποκατάσταση οριζόντιων σχέσεων μεταξύ και των ίδιων των ανθρώπων.

Πορεία της αποκατάστασης των σχέσεων αυτών στη ζωή μας είναι η αναγέννηση. Για την αναγέννησή μας ο Θεός μας προσφέρει μια άλλη «εξωτερική μορφοποιός δύναμη», μια άλλη κοινότητα μέσω της οποίας μπορούμε να αναπτύξουμε την αίσθηση του «ανήκειν» και να αισθανθούμε ασφαλείς.

Στην Αγία Γραφή η κοινότητα αυτή ονομάζεται «εκκλησία»

Εκκλησία – κοινότητα πιστών που βρίσκονται σε κοινωνία μεταξύ τους και με τον Θεό.

Ξεκινώντας την πρώτη του επιστολή ο απόστολος Ιωάννης γνωστοποιεί στους αναγνώστες του ότι εκείνος, μαζί με άλλους, συνάντησε και ακολούθησε τον «Λόγο της Ζωής», τον Ιησού Χριστό (Α’ Ιωάννου 1:1-2).

Κατά τη διάρκεια της μαθητείας του ο απόστολος Ιωάννης διδάχτηκε πως η αιώνια ζωή δεν είναι τίποτα λιγότερο από το να γνωρίσουμε τον μόνον αληθινό Θεό, καθώς και εκείνον Τον οποίο απέστειλε, τον Ιησού Xριστό (Κατά Ιωάννην 17:3).

Ένας από τους κυριότερους σκοπούς της επιστολής του αυτής, όπως εξηγεί ο ίδιος, είναι:

«Αυτό που είδαμε κι ακούσαμε, το αναγγέλλουμε σ’ εσάς, για να συμμετάσχετε κι εσείς μ’ εμάς στην ίδια κοινωνία, που είναι η κοινωνία με τον Πατέρα και με τον Υιό του τον Ιησού Χριστό. Κι αυτά σας τα γράφουμε για να είναι ολοκληρωμένη η χαρά σας» (Α’ Ιωάννου 1:3-4).

Ο όρος που χρησιμοποιείται εδώ, «κοινωνία», περιέχει τις έννοιες της οικειότητας, της συμβίωσης, της κοινής ζωής.

Ο απόστολος Ιωάννης μας λέει ότι η κοινωνία μεταξύ μας, στα πλαίσια της κοινωνίας με τον Θεό, οδηγεί σε πλήρη, ανείπωτη χαρά.

Συνεπώς η πρώτη μας αναφορά στην εκκλησία είναι αυτή: είναι μια κοινότητα πιστών που βρίσκονται σε κοινωνία μεταξύ τους και με τον Θεό.

Οι πρακτικές διαστάσεις της «κοινωνίας» στην εκκλησία

Η κοινωνία των πιστών δεν είναι απλώς μια ωραία θεωρία, επισημάνουν όλοι οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης. Η «κοινή ζωή» των πιστών, ως χώρος για την αποκατάστασης των σχέσεων στη ζωή τους, έχει πρακτικές διαστάσεις.

Στις Πράξεις Αποστόλων 2:40-47  παρατηρούμε τέσσερις βασικές τέτοιες διαστάσεις στην πρώτη εκκλησία:

  1. Εκείνοι που εισέρχονταν στην κοινότητα της εκκλησίας «σώζονταν» (εδάφια 40 και 47). «Σώζω» σε αυτή την περικοπή σημαίνει κυριολεκτικά θεραπεύω, αποκαθιστώ, κάνω πλήρες. Συνεπώς, μπορούμε να περιγράψουμε την εκκλησία ως μια κοινότητα όπου οι άνθρωποι υφίστανται τη θεραπευτική διαδικασία και γίνονται πλήρης.
  2. Στο εδάφιο 42 διαβάζουμε ότι εκείνοι που βρίσκονται στην κοινωνία της εκκλησίας «…έμεναν σταθερά στη διδασκαλία των αποστόλων, και στην κοινωνία, και στην κοπή τού άρτου και στις προσευχές». Συμπεραίνουμε επομένως ότι η εκκλησία είναι μια κοινότητα στην οποία μελετώνται και διδάσκονται οι αλήθειες των Γραφών και οι άνθρωποι περνάνε χρόνο και προσεύχονται μαζί.
  3. Εκείνοι που γίνονται μέρος της κοινωνίας της εκκλησίας έχουν πνεύμα φιλανθρωπίας. Ζουν για να βοηθούν με τα υλικά τους αγαθά εκείνους που έχουν ανάγκη (εδάφια 45 και 46).

Στην περιγραφή των πρακτικών διαστάσεων που έχει η ζωή σε κοινωνία με τον Θεό διαβάζουμε επίσης ότι η πρώτη εκκλησία έβρισκε «χάρη μπροστά σε ολόκληρο τον λαό» (εδάφιο 47). Η εκκλησία ήταν ελκυστική. Η σχέση των πιστών αποκάλυπτε στον κόσμο έναν τρόπο ζωής που χαρακτηριζόταν από αγάπη για τον Θεό και για τους ανθρώπους, που είχε ως συνέπεια την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής και των ίδιων.

Έτσι ακριβώς είναι η κοινωνία των πιστών στην πράξη.

Αγάπη –αναγνωριστικό χαρακτηριστικό του μαθητή του Χριστού

Η αγάπη δεν μπορεί να συνυπάρξει με την απομόνωση: ο καθένας μας έχει την ανάγκη να βρίσκεται συναδελφωμένος με την εκκλησία του Θεού προκειμένου να μάθει να αγαπάει όπως αγαπά και Αυτός.

Το να αγαπάμε και να λαμβάνουμε την αγάπη των άλλων αποτελεί ένα άρτιο μέρος του κύκλου καλοσύνης και φιλανθρωπίας, αφού η πραγματική αγάπη εκφράζετε με πράξεις (Α΄ Ιωάννου 3:18).

Ο σκοπός της ύπαρξης της εκκλησίας είναι να υπηρετεί τον κόσμο μέσα από μια πρακτική και θεραπευτική διακονία αγάπης.

Το να αγαπάμε ο ένας τον άλλον μέσα στην εκκλησία και να υπηρετούμε με αγάπη εκτός της εκκλησίας είναι οι παράγοντες που επικυρώνουν των ισχυρισμό μας ότι είμαστε ακόλουθοι του Χριστού. Διότι «Από τούτο», αναφέρει ο Χριστός,  «θα γνωρίσουν όλοι ότι είστε μαθητές μου, εάν έχετε αγάπη ο ένας προς τον άλλον» (Κατά Ιωάννην 13:35).

Διάβασε επίσης:

Που θα ζήσουμε στην αιωνιότητα;

Ποιοί είναι οι υπόλοιποι;

Ποια είναι η εκκλησία του Χριστού