Η επιθυμία και η αναζήτηση για αθανασία παραμένει σημαντική υπόθεση στη ζωή του καθενός μας.
Η σκέψη ότι ένα μέρος του είναι μας συνεχίζει να υπάρχει συνειδητά και μετά το θάνατο του σώματος μάς διώχνει το φόβο της βύθισης στην ανυπαρξία και μας δίνει μια αίσθηση ασφάλειας.
Η διδασκαλία περί της αθανασίας της ψυχής ωστόσο έχει και την σκοτεινή της όψη.
Ο προορισμός των ψυχών
Η δικαιοσύνη απαιτεί οι ψυχές μετά το θάνατο του σώματος να λάβουν αμοιβή αντίστοιχη με την ζωή που έζησαν. Από την αρχαιότητα οι αποδέκτες της διδασκαλίας της αθανασίας πίστευαν στη δίκη των ψυχών μετά τον θάνατο, όπου οι ψυχές παίρνουν ποινές ή τιμές ανάλογα με τις πράξεις του καθενός.
Η ενσωμάτωση της διδαχής περί της αθανασίας της ψυχής στον χριστιανισμό οδήγησε στο λογικό συμπέρασμα ότι η κρίση του Θεού σχετικά με των αιώνιο προορισμό του κάθε ανθρώπου συμβαίνει ακριβώς μετά την αποβίωση του σώματος.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο διαδόθηκε η ξένη προς τον αποστολικό χριστιανισμό διδαχή πως μετά των θάνατο οι ψυχές των πιστών «πηγαίνουν» στον παράδεισο ενώ οι ψυχές αυτών που αρνήθηκαν να παραβρίσκονται στην παρουσία του Θεού θα συνεχίζουν να υπάρχουν σε μία κατάσταση βασανιστηρίου για να τιμωρούνται για την επιλογή τους.
Η Αγία Γραφή όμως δεν διδάσκει κάτι τέτοιο!
Η αθανασία
Οι έννοιες «ψυχή» και «αθανασία» στην Αγία Γραφή έχουν αρκετά διαφορετικό νόημα απ’ αυτό που εμείς αποδίδουμε στις έννοιες αυτές.
Ξεκινώντας με την δημιουργία, βλέπουμε ότι «ο Κύριος ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο από χώμα της γης· και εμφύσησε στα ρουθούνια του πνοή ζωής, και έγινε ο άνθρωπος σε ψυχή που ζει» (Γένεσης 2:7).
Με άλλα λόγια, η ένωση του χώματος (γήινα στοιχεία) και της πνοής της ζωής δημιούργησε μια ζωντανή ύπαρξη την «ψυχή».
Ο Αδάμ δεν έλαβε μια ψυχή σαν χωριστή οντότητα. Έγινε «ψυχή που ζει».
Η φυσική συνέπεια αυτού του βασικού γεγονότος είναι ότι η ζωή δεν είναι έμφυτη στον άνθρωπο, αλλά είναι δώρο Θεού.
Η «αθανασία» από την άλλη αναφέρεται ως κατάσταση ή η ιδιότητα του να μην υπόκειται κανείς στο θάνατο (Γένεσης 1:28, 3:22-24)
Υπό όρους
Είναι σημαντικό να παρατηρήσουμε ότι οι λέξεις που αποδίδονται συνήθως για την ψυχή και το πνεύμα του ανθρώπου στην Αγία Γραφή αναφέρονται περισσότερο από 1.600 φορές, αλλά ποτέ δε συνοδεύονται με τις λέξεις «αθάνατος» ή «αθανασία».
Αντιθέτως, διδάσκεται πολύ ξεκάθαρα ότι ο Θεός είναι ο μόνος που έχει την αθανασία (ζωή) έμφυτη μέσα Του (Α’ Τιμοθέου 6:16)
Σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να παρατηρήσουμε ότι όταν ο Θεός δημιούργησε τον Αδάμ και την Εύα, τους έδωσε ελεύθερη βούληση – τη δυνατότητα της επιλογής της ζωής.
Ο Αδάμ και η Εύα μπορούσαν να επιλέξουν να συνεχίζουν να ζουν στην παρουσία του Θεού βασιζόμενοι στην αγάπη και την προστασία Του. Επιλέγοντας αυτό θα είχαν ελεύθερη πρόσβαση στο δέντρο της ζωής. Η κατανάλωση του φρούτου του δέντρου της ζωής θα τους καθιστούσε να μην υποκύψουν στο θάνατο ποτέ (Γένεσης 3:22-24).
Η άλλη επιλογή τους ήταν να φάνε από το δέντρο της γνώσης του καλού και κακού, με αποτέλεσμα να υποκύψουν στο θάνατο (Γένεσης 2:17).
Επομένως, η συνέχιση της ύπαρξής τους εξαρτήθηκε από τη συνέχιση της παραμονής τους μαζί με τον Θεό, την Πηγή της ζωής.
Υπό αυτές τις συνθήκες η ζωή, ή αλλιώς η έλλειψη θανάτου, ήταν υπό όρους.
Δυστυχώς οι πρωτόπλαστοι επέλεξαν να απομακρυνθούν από τη Πηγή της Ζωής και συνεπώς να υποκύψουν στο θάνατο.
Το δώρο της αιώνιας ζωής
Το Ευαγγέλιο μας αποκαλύπτει ότι ο σκοπός όλων των ενεργειών του Θεού προς την ανθρωπότητα είναι η αποκάλυψη της αγάπης Του, η συμφιλίωση και η αποκατάσταση των σχέσεων.
Επίσης, το Ευαγγέλιο διακηρύσσει ότι ο Θεός θα δώσει το δώρο της αιώνιας ζωής σε όλους όσοι θα ανταποκριθούν στην Αγάπη Του (Κατά Ιωάννην 3:16, 10:10).
Διάβασε επίσης:
Η συγκλονιστική αλήθεια της ανάστασης του Χριστού