Oι περισσότεροι άνθρωποι ζούνε με την ψευδαίσθηση ότι μπορούν να ζήσουν μια ανεξάρτητη ζωή. Πιστεύουν ότι οι επιλογές τους διαμορφώνουν τις συνθήκες διαβίωσής τους και ότι από μόνοι τους μπορούν να καθορίσουν και να αλλάξουν το «πεπρωμένο» τους.

Τα παραπάνω είναι μόνο μια ψευδαίσθηση γιατί τελικά δεν έχουμε κανέναν έλεγχο σε μερικά από τα πιο βασικά στοιχεία της καθημερινότητάς μας, όπως τις καιρικές συνθήκες, τις πολιτικές και τις οικονομικές αλλαγές, ή για τις κληρονομικές μας προδιαθέσεις.

Επειδή όμως φαίνονται να βρίσκονται υπό έλεγχο, οι περισσότεροι από εμάς δεν θέλουμε κανένας να μας υποδεικνύει το τι πρέπει να κάνουμε, ούτε να κρίνει τις πράξεις μας. Ακριβώς αυτή η ανθρώπινη τάση είναι που μας φέρνει αντιμέτωπους με τον Θεό, ο οποίος παρουσιάζεται ως ο «κριτής ολόκληρης της γης» (Γένεση 18:25).

Με ποιο δικαίωμα κρίνει και αποφασίζει για το αν οι πράξεις μας είναι άξιες τιμωρίας ή επιβράβευσης;

Το δικαίωμα του Θεού

Κατ’ αρχήν ο Θεός έχει το δικαίωμα να μας κρίνει επειδή Αυτός μας δημιούργησε.

Οι επιστήμονες επιμένουν να υποστηρίζουν ότι εξελιχθήκαμε μέσα από μια διαδικασία γενετικής μετάλλαξης και φυσικής διαλογής. Αν αποδεχθούμε αυτή την άποψη, τότε δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε την ύπαρξη προτύπων συμπεριφοράς που είναι ηθικά σωστότερα από κάποια άλλα.

Υπό την άποψη αυτή η ζωή μας θα ήταν απλώς μια συνεχής πάλη επιβίωσης, και μόνο το αποτέλεσμα των επιλογών μας θα καθόριζε ποιος ήταν ο πιο δυνατός (κατάλληλος) για να επιζήσει.

Ο Θεός όμως, μέσα από την Αγία Γραφή μας φανερώνει ότι Αυτός είναι η δύναμη πίσω από την δημιουργία του σύμπαντος και της ανθρωπότητας. Επομένως, όπως κάθε δημιουργός, έχει κάθε δικαίωμα πάνω στα δημιουργήματά του, ακόμη και αυτό της καταστροφής τους.

Ο απόστολος Παύλος εκφράζει αυτή την αρχή στην επιστολή του προς τους πιστούς της Ρώμης: «Μάλιστα, εσύ, ω άνθρωπε, ποιος είσαι που αντιμιλάς στον Θεό; Μήπως το πλάσμα θα πει σ’ αυτόν που το έπλασε: Γιατί με έπλασες έτσι; Ή, δεν έχει εξουσία ο κεραμέας επάνω στον πηλό;» (Ρωμαίους 9:20,21).

Ακόμη και αν το μόνο που γνωρίζαμε για τον Θεό ήταν ότι είναι ο δημιουργός μας, θα ευχόμασταν ότι θα είναι δίκαιος και γεμάτος έλεος, αλλά ακόμη και αν δεν ήταν, θα είχε κάθε δικαίωμα να μας κρίνει.

Ο Θεός είναι δίκαιος;

Όλοι μας έχουμε ακούσει για δικαστές που είναι άδικοι. Μερικοί επιτρέπουν τις προσωπικές τους προκαταλήψεις να επηρεάσουν τις αποφάσεις τους, άλλοι δωροδοκούνται, άλλοι απλά δεν εξετάζουν όλες τις αποδείξεις και αποφασίζουν πρόχειρα χωρίς να δίνουν την απαραίτητη προσοχή σε κάθε υπόθεση.

Υποσυνείδητα, ή και συνειδητά, υποψιαζόμαστε ότι ο Θεός μπορεί να συμπεριφέρεται κάπως έτσι. Αν ο Δημιουργός μας ήταν κακόβουλος και μας είχε δημιουργήσει για να μας κακομεταχειρίζεται και να μας βλάπτει, τότε θα είχαμε κάθε λόγο να αντισταθούμε στην κρίση Του και στην εξουσία Του γενικότερα. Ακριβώς αυτή είναι η κατηγορία που απευθύνει ο Διάβολος ενάντια στον Θεό.

Την πρώτη φορά που ο Διάβολος είχε επαφή με τους ανθρώπους στον Παράδεισο, υποστήριξε ότι ο Θεός ήταν εγωιστής και ψεύτης, ο Οποίος το μόνο που ήθελε ήταν να διατηρήσει τα προνόμιά Του· για αυτό ο Αδάμ και η Εύα έπρεπε να Του αντισταθούν και να μην υπακούσουν στην εντολή Του.

Η ιδέα αυτή βρίσκεται μέσα στην ανθρώπινη σκέψη καθ’ όλη την ιστορία του γένους μας. Ανάλογα με την στάση μας απέναντι στην κρίση του Θεού, μπορούμε να καταλάβουμε κατά πόσο έχουμε αποδεχθεί το ψέμα του Διαβόλου ή όχι.

Ο κριτής μας είναι Αγάπη

Η Αγία Γραφή μας φανερώνει μια εντελώς διαφορετική άποψη για τον Θεό. Πρώτα από όλα ο «Θεός είναι Αγάπη», επομένως η κρίση του είναι μια έκφραση της αγάπης Του προς τους ανθρώπους, και όχι μια πράξη εκδίκησης.

«Eπειδή έρχεται για να κρίνει τη γη, θα κρίνει την οικουμένη με δικαιοσύνη, και τους λαούς με την αλήθεια Του» (Ψαλμός 96:13).  Υπόσχεται ότι θα είναι δίκαιος και η κρίση Του θα φανερώσει την αλήθεια.

«Έτσι να μιλάτε, και έτσι να κάνετε, ως μέλλοντες να κριθείτε διαμέσου του νόμου της ελευθερίας» (Ιακώβου 2:12).  Σε αυτό το εδάφιο διαβάζουμε ότι η κρίση θα γίνει σύμφωνα με το Νόμο του Θεού (στα προηγούμενα εδάφια γίνεται αναφορά στις Δέκα Εντολές), και ο Νόμος αυτός έχει σχεδιαστεί ώστε να μας δώσει ελευθερία, και όχι αυθαίρετα να μας περιορίσει.

Αν είχαμε ποτέ την κακή εμπειρία κάποιος να μας κλέψει, ή κάποιος άνθρωπός μας να είναι θύμα απιστίας στο γάμο του ή φόνου, τότε μπορούμε εύκολα να αναγνωρίσουμε ότι η πραγματική ελευθερία πηγάζει μόνο μέσα από την υπακοή του Νόμου Του και όχι από την ανυπακοή του. Μέσω της κρίσης Του, ο Θεός εξασφαλίζει ότι η ανομία δεν θα διαιωνιστεί, αλλά ότι θα πάψει να υπάρχει.

Η προστασία του Θεού

Μια από τις αιτίες που δεν αισθανόμαστε άνετα με την ιδέα της κρίσης του Θεού πηγάζει από τη λανθασμένη ιδέα ότι ο Θεός μάς κρίνει κάθε στιγμή και μας τιμωρεί κάθε φορά που κάνουμε κάτι λάθος, προκαλώντας μας πόνο και δυστυχία.

Στην πραγματικότητα όμως, ο Θεός μάς προστατεύει κάθε στιγμή από τις συνέπειες των ίδιων μας των πράξεων. Στο βιβλίο της Αποκάλυψης διαβάζουμε ότι «τέσσερις αγγέλους… κρατούσαν τους τέσσερις ανέμους της γης» (Αποκάλυψη 7:1).

Μερικοί από τους κορυφαίους επιστήμονες του τελευταίου μισού αιώνα έχουν προβλέψει ολοκληρωτική κατάρρευση της παγκόσμιας οικονομίας και του περιβάλλοντος, καταστροφικούς πυρηνικούς πολέμους και μεταδοτικές ασθένειες, έλλειψη τροφίμων και πόσιμου νερού.

Το γεγονός ότι τίποτα από τα παραπάνω δεν έχουν συμβεί ακόμη, τα οποία είναι απλά οι φυσικές συνέπειες των επιλογών του ανθρώπινου γένους, αποδεικνύει αδιάψευστα ότι ο Θεός αντί να κρίνει και να τιμωρεί τους ανθρώπους κάθε στιγμή, μας προστατεύει και ελαχιστοποιεί τον πόνο και τις καταστροφές που οι ίδιοι φέρνουμε πάνω μας.

Η τελική κρίση

Η Αγία Γραφή μας διδάσκει ξεκάθαρα ότι θα υπάρξει μια τελική κρίση, όπου πολλοί θα καταδικαστούν σε αιώνιο θάνατο.  Πρέπει να προσέξουμε όμως, ότι δεν είναι οι πράξεις των ανθρώπων που καθορίζουν το αποτέλεσμα της κρίσης.

Θα υπάρξουν πολλοί που θα σωθούν παρόλο που μέσα στην αδυναμία τους συνέχιζαν να πράττουν αμαρτία, και πολλοί που θεωρούνταν ότι ζούσαν μια ηθική ζωή θα καταδικαστούν.

Η κρίση δεν εξετάζει κάθε αμαρτωλή πράξη που κάποιος έχει κάνει, αλλά εξετάζει τη στάση που έχει απέναντι στην αμαρτία.  Άνθρωποι που έχουν αποδεχθεί τον Χριστό ως Κύριό τους, πιστεύοντας ότι Αυτός πέθανε για τις αμαρτίες τους, έχουν αναγεννηθεί από το Άγιο Πνεύμα. Στην κρίση του Θεού θα ανακηρυχθούν αθώοι παρόλο που μέσα στην αδυναμία της ανθρώπινης φύσης τους αμάρτησαν κάποιες φορές.

Το γεγονός ότι αναζήτησαν τον Θεό και τη συγχώρεση των αμαρτιών τους μέσω του ελέους Του, και τη βοήθειά Του για να νικήσουν την αμαρτία στη ζωή τους, είναι αρκετό για να τους δικαιώσει. Μετά την ανάστασή τους θα μεταμορφωθούν με καινούργια άγια σώματα και θα είναι ασφαλείς για όλη την αιωνιότητα, επειδή θα έχουν τον Ιησού ως Κύριό τους.  Έτσι, δεν θα έχουν τους πειρασμούς του σώματος και του κόσμου που έχουν τώρα.

Από την άλλη, αυτοί που έχουν απορρίψει τη θυσία του Χριστού θα χαθούν, ακόμη και αν έζησαν μια καλή και ηθική ζωή.  Η συνεχής άρνησή τους στις επικλήσεις του Αγίου Πνεύματος φανερώνει ότι μέσα τους υπάρχει η ρίζα της επανάστασης, η οποία τελικά θα τους οδηγούσε στην ίδια αμαρτωλή συμπεριφορά που καταστρέφει τον κόσμο μας καθ’ όλη την ανθρώπινη ιστορία.

Η κρίση διασφαλίζει την αρμονία

Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι η κρίση του Θεού είναι το μέσο με το οποίο διασφαλίζεται η ύπαρξη της αγάπης και της αρμονίας στο αιώνιο βασίλειό Του. Ο κόσμος μας έχει υποφέρει αρκετά από την αμαρτία, και η κρίση είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Θεός θα τερματίσει την ύπαρξή της.

Όταν σκεφτόμαστε για την κρίση, θεωρούμε ότι ο αποκλειστικός σκοπός της είναι να κριθούμε εμείς, αλλά στην πραγματικότητα ο Θεός ο ίδιος κρίνεται παράλληλα με τους ανθρώπους.

Στην αρχή της ύπαρξης της αμαρτίας στον κόσμο μας, στον Παράδεισο, οι κατηγορίες απευθύνθηκαν ενάντια στον Θεό.  Η Εύα τις πίστεψε και δεν υποτάχθηκε στο νόμο του Θεού.

Η συμπεριφορά της και η συμπεριφορά όλων των αμαρτωλών θα εξεταστούν στην κρίση, αλλά το κύριο αντικείμενο της κρίσης θα είναι οι κατηγορίες ενάντια στον Θεό. Η αγάπη που δείχνουν οι πιστοί προς τον Θεό και προς τον «πλησίον» τους θα είναι η απόδειξη ότι ο Θεός είναι πράγματι αγάπη —«Καθώς είναι γραμμένο: «Για να δικαιωθείς (Θεέ) στα λόγια σου, και να νικήσεις όταν κρίνεσαι» (Ρωμαίους 3:4).

Τελικά, το βασικό ερώτημα δεν είναι με ποιο δικαίωμα μας κρίνει ο Θεός, αλλά με ποιο δικαίωμα Τον κατακρίνουμε εμείς! Αυτό άλλωστε δεν συμβαίνει κάθε φορά που κάποιος εξετάζει το μήνυμα του Ευαγγελίου και του Νόμου του Θεού και τα απορρίπτει;