Τι είναι πίστη; Γιατί κάποιοι πιστεύουν, κάποιοι αμφιβάλουν και κάποιοι δεν πιστεύουν; Η αμφισβήτηση είναι διαχρονική, όπως και η απάντηση σε αυτήν.
Οι άνθρωποι συχνά «σφάζονται» μεταξύ τους σε μια προσπάθεια να αποδείξει ο ένας στον άλλο, πως αυτός έχει δίκιο. Δεν έχει νόημα να αναφερθούμε στις δογματικές διαφορές, γιατί δεν έχει καμία αξία τι αναγράφει η ταυτότητα μας στη θέση θρήσκευμα αλλά ούτε και ποια είναι η επιγραφή της εκκλησίας την οποία επισκεπτόμαστε (Ναι, πράγματι δεν επισκεπτόμαστε όλοι κάποια εκκλησία, αλλά ποτέ δεν είναι αργά).
Σημασία οπωσδήποτε έχει το τι «αναγράφει» η καρδιά μας και άρα αν και τι νιώθουμε για Εκείνον που αναντίρρητα μας δημιούργησε. Η αντιπαράθεση λοιπόν σχετίζεται με την ουσία και η ουσία είναι η πίστη ή η απουσία της, με αποτέλεσμα να πέφτουμε σε έναν φαύλο κύκλο διαμάχης μιας και ουσιαστικά η πίστη δεν αφορά επιστημονική έρευνα και απόδειξη. Τι είναι όμως πίστη τελικά; Υπάρχει μια άψογη περιγραφή της πίστης στον λόγο Του Θεού, «Είναι δε η πίστη, πεποίθηση γι’ αυτά που ελπίζονται, βεβαίωση για πράγματα που δεν βλέπονται» (Εβραίους 11:1). Αυτός που πιστεύει έχει τη πεποίθηση, ελπίζει και είναι βέβαιος πως αυτά που τώρα δεν μπορεί να δει με τα μάτια του, υπάρχουν.
Δε μπορεί να δει Τον Ιησού αλλά πιστεύει σε Αυτόν. Όσο υπερβολικό κι αν ακούγεται, είναι σίγουρος μέσα του. Μα θα πει κάποιος, πως είναι δυνατόν να πιστεύεις κάτι που δεν είδες; Την απάντηση σε αυτό, την έχει δώσει ήδη ο Χριστός στον Θωμά που ήθελε οπωσδήποτε να δει για να πιστέψει, «Του έλεγαν, λοιπόν, οι άλλοι μαθητές: Είδαμε τον Κύριο. Και εκείνος είπε σ’ αυτούς: Αν δεν δω στα χέρια του το σημάδι των καρφιών, και δεν βάλω το δάχτυλό μου στο σημάδι των καρφιών, και δεν βάλω το χέρι μου στην πλευρά του, δεν θα πιστέψω» (Ιωάννης 20:25). Κι έτσι έγινε. Ο Ιησούς του έδωσε αυτό που ζήτησε αλλά του έδωσε επίσης και ένα μάθημα. Είναι η απάντηση στο πως μπορεί κάποιος ή για να το περιγράψουμε καλύτερα, γιατί πρέπει κάποιος να πιστεύει ενώ δεν έχει δει, «Ο Ιησούς λέει σ’ αυτόν: Θωμά, επειδή με είδες, πίστεψες• μακάριοι όσοι δεν είδαν, και πίστεψαν» (Κατά Ιωάννην:20-29).
Στη πραγματικότητα ο Θωμάς δεν είχε την ανάγκη πια να πιστέψει. Πιστεύεις σε κάτι όταν δε το βλέπεις. Όταν το βλέπεις, δεν υπάρχει πίστη αλλά απόδειξη, σαν αυτή που ζήτησε και πήρε ο Θωμάς. Αντίθετα η πίστη, είναι πίστη ακριβώς γιατί δεν περιέχει απόδειξη. Η πίστη δεν αφορά αποκλειστικά Τον Θεό αλλά βρίσκει εφαρμογή και στην καθημερινότητά μας, (σαφώς όχι με τον ίδιο τρόπο) όπως για παράδειγμα στην υγεία μας. Δε μπορούμε να δούμε με γυμνό μάτι τους ιούς και τα μικρόβια, αλλά πιστεύουμε πως υπάρχουν.
Ο Θεός που συντηρεί το σύμπαν, δεν υπάρχει; Ασφαλώς και υπάρχει. Ακόμα και άθεος να είναι κάποιος, αν είναι ειλικρινής, παραδέχεται πως υπάρχει μια ανώτερη, όπως την ονομάζει συνήθως δύναμη. Αν διαθέταμε τον τρόπο, θα μπορούσαμε ενδεχομένως να δούμε και Τον Θεό και τους αγγέλους και γενικώς όλα αυτά που ξεφεύγουν από το ορατό φάσμα μας. Εμείς έχουμε ένα σπίτι. Ζούμε σε κάποιο μέρος. Εκείνος δεν έχει που να μείνει; Βεβαίως και έχει αλλά δεν μπορούμε να φθάσουμε ως εκεί μιας και αγνοούμε τον δρόμο αλλά και δεν έχουμε ούτε τον τρόπο. Επειδή για ευνόητους λόγους, δε μπορούμε να το κάνουμε, γιατί Ο Θεός δεν ανακαλύπτεται αλλά αποκαλύπτεται, αυτό δε σημαίνει πως δεν υπάρχει τίποτα.
Στο προκείμενο τώρα. Υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν και άνθρωποι που δεν πιστεύουν. Πάντα υπήρχαν. Η Γραφή μας πληροφορεί πως κάποιοι πιστεύουν και κάποιοι δε θέλουν να πιστέψουν ότι κι αν δουν, ότι κι αν ακούσουν. Τρανταχτό είναι το παράδειγμα της ανάστασης του Λαζάρου. Ο Ιησούς μόλις έχει επαναφέρει στη ζωή τον επί τέσσερις ημέρες νεκρό Λάζαρο. Κάποιοι πίστεψαν, «Πολλοί, λοιπόν, από τους Ιουδαίους, που είχαν έρθει στη Μαρία, και είδαν όσα είχε κάνει ο Ιησούς, πίστεψαν σ’ αυτόν» (Ιωάννης 11:45).
Ενώ κάποιοι άλλοι, επίσης είδαν, μα δεν πίστεψαν, «Οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι συγκρότησαν, λοιπόν, συνέδριο, και έλεγαν: Τι κάνουμε; Επειδή, αυτός ο άνθρωπος κάνει πολλά θαύματα… Από την ημέρα εκείνη, λοιπόν, έκαναν συμβούλιο για να τον θανατώσουν» (Ιωάννης 11:47,53). Άρα συμπερασματικά, το να δεις, δε θα σε κάνει απαραίτητα να πιστέψεις. Αντίθετα όταν δεν έχεις δει, καλείσαι να πιστέψεις.
Το να μη πιστεύει κάποιος λοιπόν, είναι σεβαστό και αποδεκτό. Εξάλλου ίσως «αύριο» αναθεωρήσει και πιστέψει. Το να μη πιστεύει όμως ένας (κατ’ ευφημισμόν όπως αποδεικνύεται) εκπρόσωπος Του Θεού, αυτό προκαλεί εντύπωση. Ένα από τα όχι και λίγα παραδείγματα είναι αυτό του Δανού πάστορα Thorkild Grosboll, που παραδέχτηκε πως δεν πιστεύει στην Ανάσταση και στην αιώνια ζωή, λέγοντας μάλιστα πως ο Θεός δεν είναι πιο αληθινός από τον Ρομπέν των δασών!! (Ας ελπίσουμε πως ο άνθρωπος αυτός δεν προσεύχεται στον Ρομπέν των δασών). Πρωτοφανές; Κι όμως όχι.
Οι Σαδδουκαίοι, ένα θρησκευτικό κίνημα της εποχής Του Χριστού, ήταν εντελώς αντίθετοι με την ανάσταση των νεκρών και την αιώνια ζωή. Μέγα σκάνδαλο για κάποιους, ανάλογο με αυτό του Δανού πάστορα θα πει κάποιος. Πράγματι. Ο Ιησούς όμως αναφορικά με τα σκάνδαλα μίλησε και ήταν σαφής, « Όποιος, όμως, σκανδαλίσει ένα απ’ αυτά τα μικρά, που πιστεύουν σε μένα, τον συμφέρει να κρεμάσει στο λαιμό του μια μυλόπετρα, και να καταποντιστεί στο πέλαγος της θάλασσας. Αλλοίμονο στον κόσμο για τα σκάνδαλα• επειδή, τα σκάνδαλα είναι ανάγκη να έρθουν• όμως, αλλοίμονο στον άνθρωπο εκείνον, διαμέσου του οποίου έρχεται το σκάνδαλο» (Ματθαίος 18:6-7).
Άσχετα με τα όσα έχουμε πει, είναι ανθρώπινο να αμφιβάλει κάποιος και να παλεύει μέσα του να πιστέψει. Είναι αναμενόμενο να νιώσει πως θα ήθελε να είχε την ευκαιρία να δει έστω για μια στιγμή Τον Ιησού και να τον ακούσει, όπως εκείνοι οι άνθρωποι την περίοδο που έζησε ανάμεσά τους. Μα ο Θεός μας κατανοεί και μας υπενθυμίζει: «Επειδή, τώρα βλέπουμε σαν μέσα από ένα θαμπό κάτοπτρο, με τρόπο αινιγματώδη, τότε όμως θα βλέπουμε πρόσωπο προς πρόσωπο• τώρα γνωρίζω κατά μέρος, τότε όμως θα γνωρίσω καθώς και γνωρίστηκα» (Ά Κορινθίους 13:12). Εδώ βεβαίως έρχεται πάντα η ίδια αντίδραση. Πότε θα γίνουν όλα αυτά; Στον άλλο κόσμο; Μα το είπαμε και προηγουμένως. Υπάρχουν κάποιοι που δεν θέλουν να πιστέψουν.
Ακόμη κι αν ο Ιησούς δεν είχε έρθει μια φορά αλλά δέκα, αφενός μεν θα τον είχαν σκοτώσει και τις δέκα φορές και αφ’ ετέρου εκείνοι που δεν θα ήθελαν να τον πιστέψουν, δε θα τον πίστευαν. Κι αν περπατούσε σήμερα ανάμεσά μας και έκανε όσα έκανε τότε και έλεγε όσα έλεγε τότε, υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι που δε θα Τον πίστευαν, γιατί πολύ απλά δε θα ήθελαν να τον πιστέψουν.
Το παράδοξο, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, είναι πως συχνά συναντάμε την πίστη εκεί που δεν περιμένουμε να υπάρχει, σε αντίθεση με ορισμένες περιπτώσεις που πέφτουμε από τα σύννεφα επειδή ανακαλύπτουμε πως δεν βρίσκεται εκεί όπου εμείς θα τη θεωρούσαμε δεδομένη. Μια συγκλονιστική πίστη ήταν κι αυτή ενός Ρωμαίου στρατιωτικού που περιγράφει ο Ματθαίος στο Ευαγγέλιό του. «Και ο Ιησούς πορευόταν μαζί τους. Και ενώ απείχε ήδη όχι μακριά από το σπίτι, ο εκατόνταρχος έστειλε μερικούς φίλους, λέγοντάς του: Κύριε, να μη ενοχλείσαι• επειδή, δεν είμαι άξιος να μπεις μέσα, κάτω από τη στέγη μου• γι’ αυτό, ούτε τον εαυτό μου δεν έκρινα άξιο να έρθω σε σένα• αλλά, πες έναν λόγο, και ο δούλος μου θα γιατρευτεί. Επειδή, κι εγώ είμαι άνθρωπος υποκείμενος σε εξουσία, έχοντας υπό τις διαταγές μου στρατιώτες• και λέω σε τούτον: Πήγαινε, και πηγαίνει• και στον άλλον: Έλα, και έρχεται• και στον δούλο μου: Κάνε τούτο, και το κάνει. Και ακούγοντας αυτά ο Ιησούς, τον θαύμασε, και καθώς στράφηκε στο πλήθος που τον ακολουθούσε, είπε: Σας λέω: Ούτε μέσα στον Ισραήλ δεν βρήκα μια τόσο μεγάλη πίστη» (Λουκάς 7:6-9).
Οι τότε «εκπρόσωποι» Του Θεού, (οι περισσότεροι δυστυχώς) Τον αρνήθηκαν και σχεδίασαν τον θάνατό Του. Πολλοί ακόμη άλλοι, δεν πίστεψαν παρά το γεγονός πως είδαν αυτά που κανείς και ποτέ δεν είχε δει στο παρελθόν. Κι όμως. Η πίστη αυτού του Ρωμαίου εκατόνταρχου μνημονεύεται μέχρι σήμερα! Όταν σκέφτομαι την πίστη, μου έρχεται πάντα στο μυαλό η παρακάτω περικοπή από Τον λόγο Του Θεού, που πάντα με κάνει να χαμογελάω κι ας μη μπορώ να εξηγήσω το γιατί. «Εσύ πιστεύεις ότι ο Θεός είναι ένας• καλά κάνεις• και τα δαιμόνια πιστεύουν, και φρίττουν» (Ιάκωβος 2:19).
Κάθε φορά που διαβάζω αυτό το μικρό εδάφιο, πραγματικά νιώθω πως αυξάνεται η πίστη μου. Δεν ανακάλυψα την Αμερική φυσικά. Η δύναμη του λόγου Του Θεού, είναι πανίσχυρη. Εμείς λοιπόν έχουμε «τροφή» για την πίστη μας. Εκείνος ο εκατόνταρχος δεν είχε τίποτα. Τίποτα, μέχρι τη στιγμή που πίστεψε.
21ος Αιώνας. Η εποχή της αμφισβήτησης των πάντων και της Θεοποίησης της ύλης. Ζήσε τη ζωή σου στο έπακρο, κάνε τα πάντα, γιατί μια μέρα θα πεθάνεις. Μετά δεν υπάρχει τίποτα. Αυτό το σύγχρονο μότο δεν απέχει από τη θεωρία των Σαδδουκαίων. Η μεγαλειώδεις απάντηση έρχεται από το στόμα Του Ιησού Χριστού που αποστόμωσε όχι μόνο εκείνους τότε, αλλά εξακολουθεί να απαντά καθημερινά έως και σήμερα μιας και ο λόγος Του είναι διαχρονικός.
«Για την ανάσταση, όμως, των νεκρών, δεν διαβάσατε αυτό που ειπώθηκε σε σας από τον Θεό, λέγοντας: “Εγώ είμαι ο Θεός τού Αβραάμ, και ο Θεός τού Ισαάκ, και ο Θεός τού Ιακώβ”; Ο Θεός δεν είναι Θεός νεκρών, αλλά ζωντανών» (Ματθαίος 22:31-32).
Βιβλικός επισκέπτης