Οι συγγραφείς της Αγίας Γραφής, «άγιοι άνθρωποι του Θεού», ήταν αυτοί που κατέγραψαν την αποκάλυψη που είχαν λάβει κάτω από τη θεία έμπνευση.
Πώς πρέπει να κατανοούμε την σχέση μεταξύ του θείου Συγγραφέα και των ανθρώπινων γραφέων; Τι ρόλο παίζει ο καθένας από αυτούς;
Η συγγραφή της Αγίας Γραφής
Ακόμη και μια επιφανειακή προσέγγιση της Αγίας Γραφής ως βιβλίο είναι αρκετή για να καταλάβει ο αναγνώστης ότι η συγγραφή της δεν έγινε σε ένα μικρό σχετικά χρονικό διάστημα σε σταθερό ρυθμό.
Αντιθέτως, η Αγία Γραφή, όπως τη γνωρίζουμε τώρα, είναι το προϊόν 40 περίπου συγγραφέων που άφησαν την μαρτυρία τους στο διάστημα 15 αιώνων σε τρεις διαφορετικές γλώσσες: Εβραϊκά, Αραμαϊκά και Ελληνικά.
Μια πιο σχολαστική προσέγγιση θα έδειχνε ότι οι πολλοί διαφορετικοί λογοτεχνικοί τρόποι γραφής σχετίζεται με τον αριθμό των συγγραφέων και τους ποικίλους πολιτισμούς που αντιπροσωπεύουν.
Οι γραμματείς του Θεού και όχι τα μολύβια Του
Χωρία της Αγία Γραφής όπως:
- «Ολόκληρη η γραφή είναι θεόπνευστη, και ωφέλιμη για διδασκαλία, για έλεγχο, για επανόρθωση, για διαπαιδαγώγηση, που γίνεται με δικαιοσύνη (Β’ Προς Τιμοθέου 3:16)
- «Επειδή, δεν ήρθε ποτέ προφητεία από θέλημα ανθρώπου, αλλά, από το Άγιο Πνεύμα οδηγούμενοι, μίλησαν οι άγιοι άνθρωποι του Θεού» (Β’ Πέτρου 1: 21)
δηλώνουν κατηγορηματικά ότι ο Θεός ενέπνευσε τις Γραφές.
Αυτός ο όρος («η έμπνευση»), όμως, έχει πολύ ευρεία σημασία ώστε να εξηγηθεί πώς η θεία μέθοδος για την γραπτή μεταβίβαση του θελήματος του Θεού δουλεύει πρακτικά.
Ήταν οι προφήτες παθητικά όργανα μεταφοράς των αγγελιών του Θεού όπως τα μαγνητόφωνα που επαναλαμβάνουν ακριβώς ό,τι καταγράφηκε;
Η απάντηση στην ερώτηση αυτή είναι – μόνο στις ελάχιστες συγκεκριμένες περιπτώσεις οι προφήτες έλαβαν την εντολή να καταγράψουν τα συγκεκριμένα λόγια του Θεού.
Τα υπόλοιπα κείμενα της Αγίας Γραφής γράφτηκαν με τον Θεό να καθοδηγεί τους προφήτες να περιγράψουν με τον καλύτερο τρόπο αυτά που είδαν και άκουσαν. Στις περιπτώσεις αυτές οι συγγραφείς προσέφευγαν στη γλώσσα τους και στο προσωπικό ύφος γραφής τους.
Συνεπώς, ο τρόπος με τον οποίο οι γραφείς της Αγίας Γραφής εξέφραζαν τον εαυτό τους – τα λόγια που επιλέχτηκαν για να μεταδοθεί τη θεία αγγελία – ήταν δική τους επιλογή και όχι απαραίτητα τα ακριβή λόγια του Θεού.
Με άλλα λόγια, οι γραφείς του Λόγου του Θεού ήταν γραμματείς του Θεού και όχι τα μολύβια Του.
Το θείο και ταυτόχρονα ανθρώπινο φαινόμενο
Ενώ οι γραφείς χρησιμοποιούσαν το ατελές μέσο της ανθρώπινης γλώσσας, ο Λόγος του Θεού είναι η ανώτατη, αλάνθαστη και αυθεντική αποκάλυψη του Θεού και των βουλών Του.
Το ατελές, ανθρώπινο μέσο, δηλαδή, μεταφέρει το θείο λόγο!
Για τον ίδιο λόγο που η ταυτόχρονα θεία και ανθρώπινη φύση του Χριστού είναι αδιαίρετη, έτσι και το περιεχόμενο της Αγίας Γραφής ως θείου λόγου δεν μπορεί να διαχωριστεί από το μέσο της μεταβίβασης του, τον άνθρωπο. Είναι αδύνατον.
Σε αυτό το θείο και ανθρώπινο φαινόμενο ο Θεός δίνει πληροφορίες και καθοδηγεί την διαδικασία της γραφής χωρίς να ακυρώνει κάποια ανθρώπινη μοναδικότητα ή ικανότητα χωρίς, αλλά και χωρίς να διακινδυνεύει την αξιοπιστίαι του αποτελέσματος της όλης διαδικασίας και ότι θα είναι πιστό στους σκοπούς Του.
Διάβασε επίσης:
Ο σκοπός της Βιβλικής προφητείας